ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ - ΓΛΩΣΣΑ

.

Είχα υποσχεθεί σε προηγούμενο άρθρο να μεταφέρω στο διαδίκτυο στοιχεία της ομιλίας που έγινε επάνω στο θέμα «Φιλοσοφία - Γλώσσα» του Σωτήρη Γλυκοφρύδη.
Αυτό έγινε δυνατόν στην παρούσα ανάρτηση μετά από την ευγενή χειρονομία του ομιλητή να μου στείλει τις σημειώσεις του επάνω στο θέμα.
Οι διαλέξεις και οι σκέψεις μας επάνω σε φιλοσοφικά ζητήματα, δεν είναι μια ενασχόληση ανθρώπων που δεν έχουν να κάνουν τίποτε άλλο στη ζωή τους και αφιερώνουν τον ελεύθερο χρόνο τους σε αυτές. Η φιλοσοφία δεν είναι κάτι σαν το γκολφ… του ελεύθερου χρόνου πλαδαρών ανθρώπων.
Συχνό ερώτημα για κάθε φιλοσοφική εμβάθυνση σε θέματα που μοιάζουν να είναι έξω από τις καθημερινές μας ανάγκες είναι … «Τι να τα κάνω όλα αυτά;»

Σε αυτό το ερώτημα δεν υπάρχει (εύκολη) απάντηση … μια και είναι σαν να δώσουμε ένα υπολογιστή σε ένα άνθρωπο του παρελθόντος και να περιμένουμε να ενδιαφερθεί μη γνωρίζοντας τη χρήση του. Ο υπολογιστής θα πάρει αξία χρήσης μόνο σαν υπάρξει η ανάγκη για την ωφέλεια που προσδίδει η ύπαρξη του.
Όσο περισσότερα δηλαδή ερωτήματα βάζουμε για την ίδια τη ζωή μας και την ποιότητα της σκέψης που ορίζει τη δράση μας, τόσο ερχόμαστε κοντά στον αποκωδικοποιητή που ανοίγεται μπροστά μας μέσα από τα εργαλεία της σκέψης δηλαδή κοντά στην Φιλοσοφία.

Στην φιλοσοφική προσέγγιση των διαφόρων ζητημάτων, δεν υπάρχουν θέσφατα παρά μόνο έρευνα. Όταν νοιώσουμε τον εαυτό μας να μας «λέει» ότι τώρα μορφωθήκαμε γιατί καταλάβαμε ότι ερμηνεύει την ζωή … τότε ακριβώς βρισκόμαστε στο πιο σκοτεινό δωμάτιο της πνευματικής μας νύχτας.

Αυτός ο θάνατος της «πνευματικής νύχτας» προσφέρεται και συμβαίνει σαν παρακολουθούμε λόγους και σκέψεις ανθρώπων που επικαλούνται τη βεβαιότητα που βρίσκεται πίσω από το συνθετικό μιας κατάληξης που έχει ο τίτλος του γνωστικού τους αντικειμένου και δεν είναι άλλο από το «ισμός».
Φαντάζομαι να έχει γνώση ο καθένας από τον φανατισμό που έχει προσδώσει ιστορικά αυτή η πρακτική της λεκτικής κατάληξης και τις συνέπειες που έχει επιφέρει διαχρονικά στη ζωή των ανθρώπων.

Κλείνω αυτή την εισαγωγή για να αφήσω το κείμενο να εξελιχθεί όχι ως την μόνη Αλήθεια και το πασπαρτού που θα οδηγήσει τον κάθε ένα στα Ηλύσια Πεδία της ύπαρξης του… αλλά σαν ένα πρωτόλειο εργαλείο που ο κάθε ένας μας θα το διαμορφώσει στις ανάγκες του για να μπορέσει να καλλιεργήσει το δικό του χωράφι και να βγάλει τους δικούς του καρπούς.

Ο τρόπος που μπορεί να φιλά ένας άνθρωπος ή να συναλλάσσεται στη δημόσια ζωή του, είναι οι καρποί της δικής του καλλιέργειας και αυτό δεν πρόκειται να του το χαρίσει κανένας που επιθυμεί να τον έχει σε μια προβλέψιμη συμπεριφορά στο «εκτροφείο» της ζωής του…
Σαφώς και δεν είναι «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» παρά βρίσκονται σε μια αδυναμία να εντοπίσουν την δυστυχία τους… πάντα απέναντι στην ευτυχία όσων τους ορίζουν την σκέψη μέσα από τις καταλήξεις σε «ισμός»



ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ - ΓΛΩΣΣΑ


Μιλάμε το ίδιο αλλά δεν καταλαβαινόμαστε. Βρισκόμαστε
σ’ ένα σύγχρονο πύργο της Βαβέλ. Πάμε πίσω στην αρχή

του Σωτήρη Γλυκοφρύδη






ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Φιλοσοφία = αίρεση, γέννηση και θάνατος συγχρόνως

Στη Φιλοσοφία δεν υπάρχουν ιερά και όσια. Ιερή και όσια είναι η Φιλοσοφία.
Τη φιλοσοφία ο Πλάτων την ονόμασε «μελέτη θανάτου». Ο Αναξίμανδρος παραπέμπει σε γέννηση (εξ ων δε η γένεση έστι τοις ούσι…κ.λπ.). Ο Παρμενίδης τη θέλει στυγερό τοκετό κι ερωτική σμίξη.
Η φαντασία δημιουργεί, η λογική δρέπει τους καρπούς της. Πιο εγωιστική από τη λογική δεν υπάρχει.
Εν αρχή ο λόγος, είπαν, ποιος λόγος, η νόηση ή η ομιλία;



ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Άνθρωπος = φόβος, στόμα- δάχτυλα και φαντασία


Βλέποντας απο άλλη σκοπιά τον άνθρωπο, μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ένα κατεξοχήν φοβισμένο ον, μια και το συναίσθημα που τον κυριαρχεί από τη στιγμή της γέννησής του είναι ο φόβος. Με κλάμα κάνει αισθητή την παρουσία του στη ζωή και με φόβο ξεψυχάει. Η αιτία αυτής της συμπεριφοράς του είναι πως νιώθει αδύναμος και μόνος στο πιο απόμακρο σκαλί της δημιουργίας. Ο άνθρωπος είναι μοναχικό ον, ρέπει προς την κοινωνικότητα για την ασφάλειά του. Για να επιβιώσει χρειάζεται να εκμεταλλευτεί στο έπακρο την ισχνή παρακαταθήκη των προσόντων του.

Προσόν είναι ό,τι προτάσσει ένα ον για να επιβιώσει. Για παράδειγμα, τα αιχμηρά δόντια και τα νύχια είναι τα προσόντα για την τίγρη, ενώ στα αυτιά και τα πόδια βασίζεται ο λαγός για την επιβίωσή του. Οι ιοί χωρίς την ικανότητα μεταλλαγής θα ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι ενώ χωρίς μεγάλο αριθμό απογόνων το θαλάσσιο οικοσύστημα θα είχε καταρρεύσει. Η επικράτηση των διαφόρων μορφών ζωής που εμφανίζονται κατά εποχές και τόπους είναι αποτέλεσμα αναγωγής προσόντων.

Ας επικεντρωθούμε στον πρόγονο του σημερινού ανθρώπου, ο οποίος εμφανίστηκε στο σκηνικό της Γης πριν από 3,5 περίπου εκατομμύρια χρόνια, για να εξετάσουμε τι είναι αυτό που τον έκανε τελικά να επικρατήσει.
Στην αρχή της εξελικτικής του διαδρομής, μικρές διαφορές πρέπει να τον διέκριναν από τ’ άλλα είδη του κυρίως κορμού των πιθηκοειδών στον οποίο ανήκε. Τα πιθηκοειδή είναι θηλαστικά αδύναμα, αναπαράγονται δύσκολα με λίγους απογόνους και κινδυνεύουν από πλήθος εχθρών, ακόμη και από το ίδιο τους το είδος. Για το λόγο αυτό προτιμούν την όρθια στάση, ώστε να παρατηρούν γύρω τους πιο εύκολα και να διαφεύγουν.
Κατασκευαστικά, διακρίνονται για τα επιδέξια άνω άκρα και το εκφραστικό τους στόμα , περιοχές όπου υπάρχει έντονη νευρομυϊκή συναρμογή και ιδιοδεκτικότητα. Ξεφλουδίζουν την τροφή, ξεψειρίζονται με τις ώρες, βγάζουν άναρθρες κραυγές κι εκδηλώνουν με γκριμάτσες τα συναισθήματά τους.
Ανατέμνοντας τον ανθρώπινο εγκέφαλο, παρατηρούμε ότι οι περιοχές του φλοιού - οι οποίες ευθύνονται για την κίνηση - παρουσιάζουν γιγαντισμό εκεί που αντιστοιχούν η στοματική κοιλότητα και η άκρα χείρα. Νευρο-μυο-λειτουργικά ο άνθρωπος απεικονίζεται στον εγκέφαλό του σαν μια καρικατούρα ελάχιστου σώματος, με μεγάλα χέρια - μεγαλύτερα δάχτυλα και τεράστιους αντίχειρες, με μεγάλα μάτια - μεγαλύτερα χείλη - υπερμεγέθεις φωνητικές χορδές και γλώσσα. Σε αυτά τα χαρακτηριστικά προκύπτει ότι βασίστηκε, αυτά έχει προτάξει για την επιβίωσή του.
Με φωνή και κίνηση χεριών το ανθρώπινο ον κάνει αισθητή την παρουσία του στη ζωή. Η προτιμητέα θέση του αντίχειρα στο στόμα μπορεί να εκληφθεί και ως προετοιμασία των προσόντων του, ανάλογη των νεοσσών που πριν αναπτύξουν πτέρωμα κουνάνε τις φτερούγες τους ή των αιλουροειδών που πριν βγάλουν νύχια και δόντια τείνουν να γδάρουν και να δαγκώσουν.
Το γεγονός αυτό, της προτιμότερης στάσης του εμβρύου (το δάχτυλο στο στόμα) που εμφανίζεται από την ενδέκατη μόλις εβδομάδα της κύησης, δηλώνει ότι ο άνθρωπος μπορεί να χαρακτηριστεί και πριν από τη γέννησή του ακόμη ως ιδιαίτερο «στοματικο-δακτυλικό» είδος.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κάποια ομάδα φλύαρων κι επιδέξιων πιθήκων, ίσως και από την εποχή των τρωκτικών προγόνων τους ακόμα, βρέθηκε σε πλεονεκτική θέση από την καλύτερη χρησιμοποίηση του στόματος και των δάχτυλων, πράγμα που έδωσε στον εγκέφαλο το έναυσμα για συγκεκριμένο προσανατολισμό και το σύστημα λειτούργησε σαν bio-feed back (επανατροφοδότηση, βιολογικό δούναι και λαβείν).
Στο ερώτημα εάν η στοματο-δακτυλική ικανότητα εξέλιξε τον εγκέφαλο, ή αν συνέβη το αντίθετο, η απάντηση είναι ανάλογη με το τι έγινε πρώτα, η κότα ή το αυγό, και σχετικό με το αν οι συνθήκες διαμορφώνουν τις πράξεις ή οι πράξεις τις συνθήκες. Παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες προΐστανται (κατά τη φιλοσοφία αρχή είναι το μεταφυσικό ωόν ενώ κατά την επιστήμη η υπαρκτή κότα, άψυχη, στο εξεταστικό τραπέζι) ας δεχτούμε χάριν μιας ευρύτερης αποδοχής τη χωρίς αρχή αμφίδρομη σχέση. Από τη στιγμή που η επανατροφοδότηση αυτή συνέβη και λειτούργησε, επικράτησαν οι πιο φλύαροι κι επιδέξιοι πίθηκοι. Ακολούθησε η λεκτική δημιουργία και ο χειρωνακτισμός με λεπτομέρεια και αποχρώσεις, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι μέσω αυτών τα όντα αυτά μπόρεσαν να πραγματώσουν και ν’ ανταλλάξουν ιδέες.

Ιδέα είναι το φως που ανάβει η φαντασία όταν η επιθυμία βρίσκεται σε σκοτεινό λαγούμι.

Το γεγονός της δημιουργίας ιδεών πυροδότησε το δείκτη ευφυΐας των ανθρωπο-πηθίκων στις δυο εργο-φυσιολογικές παραμέτρους, την ταχύτητα και τη δύναμη επεξεργασίας των δεδομένων, με αποτέλεσμα την υπερτροφία των αντίστοιχων τμημάτων του εγκέφαλου.
Η αρχέγονη γλώσσα που αναπτύχθηκε αρχικά υπήρξε ανάλογη με τη βρεφική, μια ηχητική προβολή των συναισθημάτων. Βάση της υποδομής υπήρξαν τα φωνήεντα. Προεξάρχει το «α», ακολουθούν τα «ε,ι,ο,ω» – είναι ο ήχος του κλάματος. Σε δεύτερη φάση προστέθηκαν τα σύμφωνα, δημιουργώντας την παγκόσμια γλώσσα των «άγριων» νηπίων (αγκού – γκαγκού κ.λπ.) και σε τρίτη φάση ήρθαν τα άρθρα κι έγινε έναρθρη η ροή του λόγου, τεχνηματική και ανταλλάξιμος, σαν τη γλώσσα Σουαχίλι.
Η γλώσσα είναι τρόπος έκφρασης που περιέχει τέχνη.
Κάτι ανάλογο συνέβη και με τα δάχτυλα, όπου το άδραγμα εξελίχθηκε σε ψαύση και δακτυλοτεχνία. Η τέχνη των δαχτύλων δημιούργησε το πρώτο σχήμα, τη γραμμή, που έγινε σκίτσο και γραφή, σαν των παιδιών όταν ζωγραφίζουν.
Η ζω-γραφική είναι τρόπος έκφρασης που περιέχει λόγο.
Η τέχνη και ο λόγος δημιούργησαν την τεχνολογία. Δείτε την ως επιστέγασμα της σχέσης των προηγμένων. Και από τον στοματο-δακτυλικό πρωτόγονο ευφάνταστο άνθρωπο φτάσαμε στον σύγχρονο τον άνθρωπο της αφάνταστης τεχνολογίας.
Οι αρχέγονες φοβίες όμως παραμένουν ενεργείς, γιατί αλλιώς το σύστημα θα είχε καταρρεύσει.

ΣΗΜ: Ίσως να πείτε ότι παίζω με τη γλώσσα. Δεν συμβαίνει αυτό, η γλώσσα παίζει μαζί μας.

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΘΕΜΑΤΟΣ


Γλώσσα : ηχητικός κωδικός απεικόνισης με προβολή συναισθημάτων – κατά συνθήκη σύμβαση επικοινωνίας, ατελής, τρύπες σε παλιό υφάδι.

Η γλώσσα απετέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί το οξύ πρόβλημα της φιλοσοφίας. Αυτό ξεκίνησε όταν ο πρώτος άνθρωπος στην προσπάθειά του να κατηγοριοποιήσει τα πράγματα εκτράπηκε στη εννοιολογική του διατύπωση, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε ένα λαθεμένο εννοιολογικό διάδρομο, τον «εγωκεντρικό διάκοσμο κατανόησης», λέει ο Παρμενίδης, ο πρώτος στην ουσία βαθύς αναλυτής της γλώσσας. Η εκτροπή αυτή του ανθρώπου, η οποία αναφέρεται στο διασωθέν έργο του «Περί Φύσεως», μπορεί να οριστεί ως «προπατορικό αμάρτημα» καθιερώνοντας το έργο αυτό ως την «Τρίτη Βίβλο» καθόσον γράφεται μια εποχή (500 π.Χ), που κατά σύμπτωση(;) συντάσσονται οι άλλες δυο Βίβλοι με τα «προπατορικά αμαρτήματα», η Ζωροαστρική Ζεν Αβέστα και η Ιουδαϊκή Παλαιά Διαθήκη.

Έρευνα της γλώσσας – Αρχή της φιλοσοφίας

1. Προ-κλασική εποχή: Παρμενίδης


Το πρόβλημα της γλώσσας ξεκίνησε για τη φιλοσοφία μαζί με τη φιλοσοφία. Ο Αναξίμανδρος μιλά «σιβυλλικά», το ίδιο και ο Ηράκλειτος που εμφανίζεται για την εποχή του «σκοτεινός», ενώ ο Πυθαγόρας στηρίζεται στους αριθμούς που τους θεωρεί σταθερούς που δεν υπόκεινται σε παρανοήσεις, και είχε δίκιο μέχρι τον πρώτο άρρητο αριθμό (τετρ. ρίζα του 2) που του ενέσκηψε ως σπέρμα φρίκης από το γνωστό θεώρημά του, βάσει του οποίου ποτέ η τετράγωνη λογική δεν θα μπορέσει να περικλύσει τη σφαιρική γνώση (αδυναμία τετραγωνισμού του κύκλου).
Η μεγάλη όμως έρευνα της γλώσσας συνέβη από τον προαναφερθέντα και νεότερο του Πυθαγόρα, τον Ελεάτη Παρμενίδη, ο οποίος θεωρείται πνευματικός πατέρας του όντος των τέλειων ιδεών του Πλάτωνα και του μηχανισμού της λογικής του Αριστοτέλη (χωρίς να δεχθεί το τελικό αποτέλεσμα). Για πρώτη φορά σε γραπτό κείμενο, το οποίο είναι το μεγαλύτερο διασωθέν των προσωκρατικών, επισημαίνονται η αδυναμία της γλώσσας και η αξία της.
Κατά τον Παρμενίδη, η αδυναμία της γλώσσας προέρχεται διότι:
1 . Ο άνθρωπος δεν μπορεί να καταλάβει την εσώτερη φωνή του (διάσταση επικοινωνίας εντός του).
2. Ο ομιλών δεν μπορεί να εκφράσει αυτά που θέλει όπως τα θέλει (διάσταση απόδοσης εντός – εκτός)
3. Ο ακούων δεν μπορεί να καταλάβει αυτά που πρέπει (διάσταση κατανόησης –αδυναμία τρίτου ).
Ως εκ τούτων, μια πρακτική μέθοδος σύγκλισης των διαφορών είναι η αλληγορία, η μεταφορά δηλαδή των δεδομένων της σκέψης του ομιλητή στα πλαίσια κατανόησης του ακούοντος.
Ο Παρμενίδης, όμως, δεν αναφέρεται μόνο στη δυσκολία της γλώσσας, αλλά και στη σημασία των «σημάτων της» τα οποία περικλείει, που τα θεωρεί στοιχεία τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε μια βαθύτερη αλήθεια (κατανόηση της φυσικής ουσίας των πραγμάτων). Η φιλοσοφία του Παρμενίδη είναι φιλοσοφία της φύσης μέσω της γλώσσας και όχι φιλοσοφία της φύσης της γλώσσας (άλλο ψάχνω μέσω της εκσπερμάτωσης την αρχή της φύσης και άλλο ψάχνω την αρχή της φυσικής εκσπερμάτισης).
Η γλώσσα, στο κείμενό του «Περι Φύσιος» υπόκειται σε κριτική ως μια συνομολογούμενη συνθήκη σκοπιμότητας, μεταξύ δυο άνισων μερών, του πνεύματος και της ύλης, ορίζοντάς την ως μια κατά συνθήκη σύμβαση (επι)κοινωνίας. Πιστεύει, δηλαδή, πως η γλώσσα είναι κάτι το ανεξάρτητο από τη νόηση που εντέλλεται στον άνθρωπο εσωγενώς και αυτός με τη σειρά του, ακολουθώντας μια επιμέρους λογική, εξ αυτής εντέλει. Ήτοι, θεωρεί την ομιλία ως ανεξάρτητο ον και αυτόνομη λειτουργία, σχετική της νόησης αλλά ανώτερη αυτής, απόκριση μιας εσώτερης άηχης φωνής, θέτοντας τον νου για ενδιάμεσο και μεσολαβητή της.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ο Ελεάτης στοχαστής εισδύοντας με το νου εντός του νου του, φθάνει στη συνισταμένη πηγή των όντων του λόγου και της σκέψης και την αναλύει, ορίζοντάς την ως φως σταθερό, άχρονο και ατρεμές, πριν περάσει την «κβαντική πύλη» (βήσα οδός) και γίνει τόπος - χρόνος - βούληση και λόγος, καθιερώνοντας τη βάση της πνευματικής θρησκείας. Ποτέ, έκτοτε, η μελέτη της γλώσσας δεν έφτασε σε τέτοια ακραία όρια με τον ιχνηλάτη της να επιστρέφει και να πεθαίνει με σώας τας φρένας.
Εκ των πραγμάτων φαίνεται πως ο Ελεάτης αυτός στοχαστής και ποιητής και θεραπευτής συγχρόνως, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί απλά ως «ο πρώτος γλωσσολόγος», αλλά ως «ο φιλόσοφος της γλώσσας». Ένας φιλόσοφος που λέει ότι ο κόσμος ολόκληρος έχει στηθεί μέσω αυτής (βλ. σχετ. «εν αρχή ο λόγος» της Βίβλου). Παραταύτα, αν και υπήρξαν παλαιότεροι ερευνητές όπως ο Φαραώ Ψαμμήτιχος που αναζητούσε την καταγωγή του πρώτου ανθρώπου μέσω της γλώσσας των παιδιών (με τα γνωστά πειράματα που περιγράφει ο Ηρόδοτος), ο Παρμενίδης εμφανίζεται στη σκέψη του περισσότερο εκτενής, βαθύς και ολοκληρωμένος. Η γλώσσα, λέει, αν και αδυνατεί να εκφράσει την πραγματικότητα, περιέχει εντούτοις στοιχεία μιας βαθύτερης αλήθειας.

Την ίδια εποχή (τυχαία;) ο Κομφούκιος στην Κίνα διαμαρτύρεται ομοίως για την ασάφεια της γλώσσας θεωρώντας τη διδασκαλία του καταδικασμένη αν δεν υπάρξει επαναπροσδιορισμός της. Η βασική διαφορά Κομφούκιου - Παρμενίδη, για να κάνουμε μια σύντομη ανάλυση, έγκειται στο ότι ο Κομφούκιος θέλει να επαναπροσδιοριστούν τα νοήματα της γλώσσας ενώ ο Παρμενίδης κρίνει ότι η γλώσσα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί στα νοήματά της. Μικρές διαφορές, πλην όμως ουσιώδεις. Το κοινό σημείο, εκεί όπου και οι δύο συμφωνούν είναι ότι η ταυτότητα της γλώσσας χάνεται, «αποδομείται».

Η αποδόμηση της γλώσσας (σύγχρονη έκφραση του Ντεριντά) ξεκινάει για τη φιλοσοφία μαζί με τη φιλοσοφία. Οι πρώτοι φιλόσοφοι προσπαθώντας να εξηγήσουν την ουσία της φύσης μιλούσαν δυσνόητα, όπως οι προφήτες, ενώ οι ιερείς παρέμεναν προσκολλημένοι στη δική τους ιερατική λαλιά που θεωρείτο άβατη για τους απλούς ανθρώπους. Η ιερατική γλώσσα στην Αίγυπτο και τη Βαβυλώνα υπήρξε κλειστή για τον απλό λαό, ως προνόμιο της επαφής ενός πνεύματος με μια ομάδα ανθρώπων φωτισμένη. Εξ αυτού και είχε διαφορετικά σύμβολα, «ψυχο-ηλιο-γραφήματα», τα οποία δεν κατέστη δυνατό να αποκρυπτογραφηθούνε, θεωρούμενα απώτερα μιας δύναμης εντέλλουσας κι εντελλομένης. Ειδικά οι Βαβυλώνιοι πίστευαν ότι η γλώσσα περιέχει κάτι «μαγικό» που ορίζει ακόμα και τη μοίρα του ανθρώπου. Βλ. τις μυστηριώδεις γραφές στις πύλες των Ιωνικών πόλεων και τους προγενέστερους Σουμέριο - Χαλδαίους του Ένουμα Έλις (που μπορεί και να σημαίνει το όνομα είναι δύναμη):
«Όταν το επάνω δεν λεγόταν ουρανός
και το κάτω δεν είχε τ’ όνομα της γης,
ο πατέρας των Απάντων Απα(χ)σού
και η Τυρβώδης (χαώδης) Τ(θ)αμάτ, μητέρα πάντων,
ενωθήκανε σε έν.
Όταν τα νερά δεν είχαμε φραχθεί
και οι καλαμιές δεν είχαν γίνει,
και κανείς δεν είχε το όνομα θεών
και ήταν άγνωστο το πεπρωμένο,
τότε δημιουργήθηκαν θεοί».

Δεν θα επεκταθούμε άλλο στην ιστορία της γλώσσας, ούτε θα περάσουμε στην κοινή λαλιά των νηπίων για το πώς καταφέρνουν - παρότι και από απόμακρα μέρη καταγωγής - να συνεννοούνται μεταξύ τους, ούτε μπορούμε να εξετάσουμε «φυσικά» αν οι λέξεις περιέχουν όντως μια «μαγική – μεταφυσική» χροιά. Θα σταθούμε μόνο στο ότι η γλώσσα κατά τους Ίωνες (Ελεάτες) στοχαστές θεωρείτο ον, ανεξάρτητο από τη λογική και προϋπάρχον. Και ίσως να είχαν κάποιο δίκιο, διότι η γραμματική έγινε από αγράμματους που πρέπει να περιέκλειαν μέσα τους μια απόκρυφη, μια με προδιαγραφές σοφία. Σε όλους τους ανθρώπους υπάρχει μέσα τους η κοινή γραμματική, λέει ο Τσόμσκυ.

2. Κλασική εποχή: Σωκράτης - Αντισθένης - Πλάτων

Η κλασική περίοδος της έρευνας της γλώσσας ξεκινάει «επίσημα» με τη Σωκρατική φιλοσοφία η οποία σηματοδοτείται από το γλωσσολογικό δίδυμο Σωκράτη - Αντισθένη. Ο Αντισθένης, φίλος και ο πιο ζόρικος ίσως «μαθητής» του Σωκράτη, ήταν ο ιδρυτής της κυνικής σχολής και μελλοντικός δάσκαλος του Διογένη.
Ο Σωκράτης, κατ’ αρχάς, γνώστης και αυτός του Παρμενίδη από τα μαθήματα που είχε κάνει ο Ζήνων όταν είχαν έλθει μαζί στην Αθήνα, ήταν ο μεγάλος είρων των λεγομένων του σύγχρονου ανθρώπου. Κουβέντιαζε με τον οποιονδήποτε που τον θεωρούσε στην εννοιολογική του διατύπωση παρεκτραμένο, και αφού τον έγδυνε από επιχειρήματα με τις αναλυτικές ερωτήσεις του τον οδηγούσε γυμνό εκεί που ήθελε, στα τα αδιέξοδα της λογικής, ξεφτιλίζοντάς τον. Το γεγονός αυτό συνέτεινε προφανώς στην αντιπάθεια πολλών εκ των συμπολιτών του, πράγμα που οδήγησε στη δίκη του.
Ο φίλος του Σωκράτη, ο Αντισθένης, δημιουργός της λεγόμενης «κυνικής ή αιτιοκρατικής σχολής», ήταν ο πρώτος που προχώρησε σε κριτική της γλώσσας, απαξιώνοντας αυτούς που δεν είχαν την πρακτική γνώση. Θεωρούσε τις επεξηγήσεις μέσω των λέξεων χαμένο χρόνο, γιατί αυτό οδηγούσε σε ακόμα μεγαλύτερη ασάφεια και παρανοήσεις. Για παράδειγμα, η περιγραφή του χρυσού σε κάποιον που δεν γνωρίζει ως μέταλλο σκληρό και κίτρινο που λάμπει και δεν σκουριάζει, περιέχει πλήθος από ασάφειες, όπως το ποσό της σκληρότητας, την απόχρωση του κίτρινου, τη λαμπρότητα, ακόμα και το τι είναι σκουριά. Ο χαλκός, για παράδειγμα, γυαλισμένος μοιάζει με χρυσό και δεν σκουριάζει, αλλά πρασινίζει, επομένως πρέπει να λέμε και ότι ο χρυσός ούτε πρασινίζει. Άρα, στην εννοιολογική διατύπωση υπεισέρχονται πλήθος από παράγοντες που όσο και να είμαστε επεξηγηματικοί καταντάει άσκοπο μέχρι κι επικίνδυνο. Ας λέμε καλύτερα ότι «ο χρυσός είναι χρυσός επειδή είναι χρυσός», έλεγε δεικτικά. Στην ουσία ο Αντισθένης είναι ένας Σωκράτης που δαγκώνει.
Η Αντισθένεια θεωρία, παρότι εκφράζει την πρακτική δομή του προβλήματος της γλώσσας, αποδέχεται εντούτοις ότι η κάθε λέξη περιέχει μέσα της εγγενώς στοιχεία μιας βαθύτερης αλήθειας, οπότε: «αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις», ήταν το απόφθεγμά του. Η συλλογιστική αυτή τείνει προς του Παρμενίδη, αλλά είναι αντίθετη με του Πλάτωνα που επακολούθησε.
Ο Πλάτων, που του προσδίδεται μάλλον υπερτιμημένα ο τίτλος του «πρώτου στοχαστή της γλώσσας», αναφέρεται σε αυτήν εξετάζοντας την αξία και την καταγωγή των ονοματοποιήσεων μέσα από το έργο του «Κρατύλος». Παρά ταύτα, αν και θεωρείται γνώστης της Ιωνικής φιλοσοφίας καθώς και των Αιγυπτιακών και Βαβυλωνιακών δοξασιών και είναι ιδιαίτερα ευφάνταστος, στο έργο αυτό αποδεικνύεται φιλοσοφικά αδύναμος. Πλάτων και Αντισθένης θ’ αποτελέσουν μετά το θάνατο του Σωκράτη ένα εκρηκτικό δίδυμο, αρχίζοντας έναν αλογο-σκυλοκαυγά που θα μείνει κλειστός ως ενδο-οικογενειακό πρόβλημα μέσα στον οίκο της φιλοσοφίας.

3. Σύγχρονη εποχή: Ράσελ - Βιντγκενστάιν

Στη σύγχρονη εποχή υπήρχε μέχρι πρόσφατα η θεώρηση ότι η γλώσσα ήταν αποτέλεσμα της λογικής, η οποία στηριζόταν σε αριθμητικές αντιστοιχίες. «Η γλώσσα παραπέμπει στα μαθηματικά» ήταν η συνήθης έκφραση των ερευνητών της, αρχής γενομένης από τον πολυμαθέστερο άνθρωπο της νέας εποχής, τον Λάιμπνιτς. Κατόπιν, η πορεία της αφού πέρασε από τους λεγόμενους «ιδανικούς» και «λαϊκούς» εκπροσώπους της, κατέληξε στους «μαθηματικούς αναλυτές» της, με αιχμή το Ράσελ, ο οποίος επικεντρώθηκε στην ερμηνεία των παραδόξων της μέσω των μαθηματικών. Οι θέσεις του Ράσελ θεωρήθηκαν καταληκτικές μέχρι που ένας προστατευόμενός του, ο Βιτγκενστάιν, με ένα μικρό βιβλίο στοχασμών τίναξε το μαθηματικό οικοδόμημα της γλώσσας του προστάτη του στον αέρα. Η πατροκτονία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της φιλοσοφίας.

Συνοψίζοντας τη Βιντγκενστα΄ι΄νική τοποθέτηση, είναι ότι η γλώσσα ως ηχητική απεικόνιση των γεγονότων δεν προέκυψε από τα μαθηματικά. Αντίθετα, τα μαθηματικά και η λογική αναπτύχθηκαν απο τη γλώσσα. Μερικές περικοπές των λεχθέντων του είναι οι παρακάτω (από το Τractatus Logico Philosophicus):
. Πρώτα είναι το γεγονός. Η γλώσσα απεικονίζει ένα γεγονός.
. Αυτό που καθρεφτίζεται στη γλώσσα δεν μπορεί να παρασταθεί. Αυτό που εκφράζεται μέσα στη γλώσσα, δεν μπορεί να εκφραστεί με τη γλώσσα. Ολόκληρη η δυνατότητα των παρομοιώσεων της εικονικότητας του τρόπου της έκφρασης στηρίζεται στη λογική της απεικόνισης.
. Ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να κατασκευάζει γλώσσες χωρίς να ξέρει τι σημαίνει η κάθε λέξη. Η κοινή γλώσσα είναι μέρος του ανθρώπινου οργανισμού, τόσο πολύπλοκη όσο και ο οργανισμός ο ίδιος. Είναι αδύνατον ο άνθρωπος να αντλήσει τη λογική της γλώσσας μέσα από αυτή. Η γλώσσα μεταμφιέζει τη σκέψη.
. Οι περισσότερες προτάσεις και τα ερωτήματα που έχουν διατυπωθεί στη φιλοσοφία είναι α-νόητα, γιατί δεν καταλαβαίνουμε τη λογική της γλώσσας μας. Έτσι, τα περισσότερα φιλοσοφικά ερωτήματα ανήκουν στον τύπο «αν το αγαθό είναι περισσότερο ή ταυτόσημο από το ωραίο». Και δεν είναι απορίας άξιο που τα βαθύτερα προβλήματα της φιλοσοφίας στην πραγματικότητα δεν είναι προβλήματα.
. Καταλαβαίνουμε μια πρόταση όταν καταλαβαίνουμε τα στοιχεία που τη συστήνουν. Τις σημασίες των απλών σημείων (των λέξεων) πρέπει να μας τις εξηγήσουν για να τις καταλάβουμε. Με τις προτάσεις όμως συνεννοούμαστε.
. Στη λογική δεν υπάρχουν αριθμοί, δεν υπάρχει συνύπαρξη και δεν μπορεί να υπάρξει ταξινόμηση. Δεν υπάρχει ούτε γενικότερο ούτε ειδικότερο. Οι λύσεις των λογικών προβλημάτων βασίζονται στην εξαπλούστευση. Επομένως, οι προτάσεις της λογικής δεν λένε τίποτα.
Όλη η φιλοσοφία είναι κριτική της γλώσσας.
Το φιλοσοφικό εγώ δεν είναι ο άνθρωπος, δεν είναι το ανθρώπινο σώμα ή η ανθρώπινη ψυχή που πραγματεύεται η ψυχολογία, αλλά το μεταφυσικό υποκείμενο, το όριο, και όχι ένα μέρος του κόσμου. Τα όρια της γλώσσας μας είναι τα όρια του κόσμου μας.

Ασχέτως τούτων, που τινάζουν στον αέρα κατεστημένα, αυτό που φαίνεται να ισχύει για τη γλώσσα, τυλίγοντας το μίτο της Αριάδνης προς τα πίσω, είναι ότι φτάνουμε το σημείο από όπου ξεκινήσαμε, στην αρχή του λαβυρίνθου των συμβάσεων. Εκεί, αντικρίζουμε το φως με τις υπάρχουσες μορφές του. Οι περισσότερες λέξεις και ρίζες των λέξεων σχετίζονται με το φως ή παραπέμπουν προς κάποιες φωτεινές εκφάνσεις. Οπότε, πάμε ξανά πίσω στην αρχή του Παρμενίδη που αναφέρεται στα ενδεικτικά σημεία της γλώσσας που οδηγούν στην αρχή του φωτός,

Συνοψίζοντας την Παρμενιδική τοποθέτηση, αυτή αμέσως και εμμέσως είναι :
. Πίσω από τη γλώσσα βρίσκεται μια άλλη γλώσσα. Ερευνάτε τα σημεία της.
. Αν θέλεις να μιλάς σωστά, βούτα τη γλώσσα στο μυαλό σου. Όταν όμως θέλεις να μάθεις, βούτα με το μυαλό σου στη γλώσσα.
. Η γλώσσα του ανθρώπου είναι η ιστορία του.
. Πρώτα έγινε η γλώσσα και μετά ο λόγος.
. Η έναρξη της γλώσσας πηγάζει από την επιθυμία.
. Παρότι μιλάμε το ίδιο δεν καταλαβαινόμαστε. Βρισκόμαστε από πλευράς νοηματικής προσέγγισης σε ένα παρεκτραμένο δρόμο.
. Μιλάμε φυσικά ατελώς, μεταφορικά. Όσο ο δρόμος της γλώσσας χάνεται, τόσο η αρχή της φύσης μας αποδομείται.
. Η εκτροπή της γλώσσας προήλθε από την πρακτική εξαπλούστευση της λογικής μας στο δυισμό (προπατορικό αμάρτημα).
. Στην ανθρωπότητα θα επέλθει αίσιον όταν επαναπροσδιοριστεί η σημειολογία της γλώσσας.

4. Πίσω στις πηγές

«Πάμε πάλι πίσω στην αρχή», πόσες φορές το έχουμε πει αυτό… Η επιστροφή στις ρίζες της γλώσσας απο φιλοσοφικής πλευράς θεωρείται αναγκαία. Παρατηρώντας τη γλώσσα των νηπίων, είναι πρώτη κίνηση σοφίας. Η ομιλία τους παράγεται από συναίσθημα, άρα συναισθηματικά ξεκίνησε ο λόγος. Το πρώτο φωνήεν, το πρώτο «θέλω» που βγαίνει ως κλάμα από τα στήθη των βρεφών δεικνύει ότι από το θυμικό ξεκίνησε ο λόγος. Το μυαλό δεν υπεισέρχεται, διασκευάζει. Αποτέλεσμα της διασκευής είναι «το χαλασμένο τηλέφωνο» και η παρεκτροπή της φιλοσοφίας. Επομένως, βάση της γλώσσας είναι η καρδιά.


5. Η ελληνική γλώσσα


Η ελληνική γλώσσα θεωρείται ως η πλέον αιτιοκρατική. Είναι η επικρατέστερη νοηματική γλώσσα που πιστεύεται ότι θα μπορέσουν να εκφράσουν το άγνωστο, να αναλύσουν το απρόβλεπτο και να συνθέσουν το απρογραμμάτιστο οι λεγόμενες σκεπτόμενες μηχανές. Η ανάκαμψή της θα συμβεί με την τεχνητή νοημοσύνη.

Άλλοι λαοί, όπως οι Κινέζοι που παρουσιάζουν συνάφεια με τους Έλληνες όσον αφορά τη λεπτότητα της τέχνης και τον πολύ-ποίκιλο λόγο, στη λεξιπλασία υστερούν. Παράδειγμα, για τη μοναξιά (λέξη που στα ελληνικά προέρχεται από το μόνος και οξύ-ιά), οι Κινέζοι εκφράζονται εντελώς εικονικά, λένε για παράδειγμα. «είμαι το μοναδικό δέντρο στη κορυφή ενός βουνού». Όταν φυσάει ή χιονίζει ή λυγίζουν τα κλαριά του σημαίνει και κάτι άλλο. Πλησιάζουν δηλαδή προς την Ελληνική χροιά του λόγου αλλά όχι στο κωδικό λεξιπλαστικό αποτέλεσμα. Άλλο παράδειγμα, η λέξη «πυραμίδα». Αιγυπτιακά σημαίνει «χώρος με αιχμή», ελληνικά «εκεί που υπάρχει ενέργεια», πυρ όχι απαραιτήτως από φωτιά, καθόσον η ενέργεια από φωτιά ονομαζόταν «φάος».


6. Η γλώσσα των μωρών


Έτσι, λοιπόν, ερμηνεύοντας μερικά από τα σύμβολα που συνθέτουν τη γλώσσα των μικρών παιδιών με βάση την απεικονιστική συμπεριφορά τους, προκύπτει:
α). Από τα φωνήεντα:
α : το πρώτο, η αρχή, άλλο.
ε : εγώ
ι : ίσταμαι, κατέχω
η : μόχθος, σκύβω, κουβαλάω
ο : πλήρες, το όλο
ω : αποκάλυψη – ‘άνοιγμα του όλου, η αυγή της επόμενης μέρας
β). Από τα σύμφωνα:
ζ : βόμβος ενέργειας- ζωή
μ : ευχαρίστηση, φαί και μάνα,
ν : αποδοχή
χ διαγραφή
ρ : ροή
σ : αρχή της γνώσης.
ς: αιχμή της γνώσης.
φ : φάος-φωτιά

Οι ανωτέρω ερμηνείες παρατίθενται ως έναυσμα για περαιτέρω διείσδυση στη σημειολογία της γλώσσας.

Τρύπες αποδόμησης στο γλωσσικό υφάδι

Το χάσιμο της δοτικής (δίδω σε κάποιον κάτι)
.Το χάσιμο του απαρέμφατου (η διαδικασία και ο ώριμος καρπός μιας λέξης – κατά Χάιντεγκερ – εξ αυτού da sein – (ε)δώ ζειν – exist – υπάρχειν).
.Το χάσιμο της ουσιαστικής ετοιμολογίας (π.Χ. αγάπη - εκ του άγω πως, το πώς κουβαλάω τον άλλον στην πλάτη μου).


Επίλογος

Μιλάμε το ίδιο αλλά δεν καταλαβαινόμαστε. Βρισκόμαστε από πλευράς κατανόησης σ ένα σύγχρονο πύργο της Βαβέλ.
Μετά από 2.500 χρόνια στην έρευνα της γλώσσας γυρίσαμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε.


* Η ομιλία αυτή έγινε για να προβληματίσει.

Συζήτηση



---------------------------------------------------------------
Φωτογραφίες: 1: Παρμενίδης, 2: Σωκράτης, 3:Αντισθένης 4: Πλάτων, 5:Λάιμπνιτς, 6: Ράσελ, 7:Βιτγκενστάιν

Δεν υπάρχουν σχόλια: