ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΧΩΡΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

.


Βρήκα ένα άρθρο στο διαδίκτυο, την ώρα που αναζητούσα στοιχεία για ένα κείμενο που ετοίμαζα.

Ο τίτλος του με μαγνήτισε και έτσι σταμάτησα ότι έκανα και το διάβασα κάνοντας ένα τσιγάρο.

Τα πάντα έχουν λόγους που βρίσκονται μπροστά μας, (σκέφτηκα) αρκεί να είμαστε έτοιμοι να τα δούμε, εστιάζοντας την προσοχή μας σε ότι μας φανερώνεται.

Το θέμα του ήταν: «ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ Επιστροφή στο... "Κώσταινα" ή "Γιώργαινα";»

Αναφερόταν σε μια διαμαρτυρία ομάδας γυναικών, απέναντι σε ένα νομοσχέδιο που επιτρέπει εναλλακτικά την επιλογή του ανδρικού επωνύμου από τη γυναίκα με δυνατότητα να αποποιηθεί το πατρικό της.

Θα μπορούσε να είχε περάσει αδιάφορα από το βλέμμα μου, αν δεν ήταν αυτά τα δύο ονόματα που μου έφεραν το χωριό μου στο μυαλό.

Θυμήθηκα ότι στο χωριό μας όντως έτσι αποκαλούμε (π.χ Θωμάαινα) μέχρι σήμερα τις μεγάλες γυναίκες, χωρίς να μας έρχεται στο νου η αίσθηση της ομηρίας τους σε ένα αντρικό δυνάστη.

Έκανα το τσιγάρο μου και επέτρεψα στον εαυτό μου να περάσει από κρίση, όσα το μυαλό μου τα θεωρεί ως δεδομένα.

"Όχι" σκέφτηκα, δεν μπορώ να γενικεύω, υπήρχαν (και) δυνάστες στο χωριό μου... δεν μπορώ να δίνω ετικέτες σε ομαδοποιήσεις συμπεριφορών αλλά οφείλω να αξιολογώ ατομικά τους ανθρώπους.

Παλιότερα , όταν ήμουν μικρός , την περίοδο που "φόρτωνα" πεποιθήσεις στον «σκληρό δίσκο» του μυαλού μου, δεν θα έμπαινα σε κρίση των ανθρώπινων κεκτημένων με δίκαιους αγώνες.

Πολύ αργότερα όμως , έκανα το ερώτημα στον εαυτό μου «όταν κάτι το αναγορεύεις σε αδιαπραγμάτευτο… είσαι ελεύθερος;»

Ο ελεύθερος όμως ποτέ δεν θεώρησα ότι ταυτίζεται με τον αναιδή και τον ασεβή απέναντι σε ιδέες και στο τόσο αίμα που έχει χυθεί στους αγώνες των γενεών παγκόσμια.

Ξέρω ιστορικά ότι η γυναίκα υπήρξε θύμα εκμετάλλευσης και συνεχίζει μέχρι και σήμερα από ένα φοβικό σύστημα που το απαρτίζουν απαίδευτοι στην συναισθηματική νοημοσύνη άνθρωποι, ανεξάρτητα από το φύλο τους.

Υπάρχουν και θηλυκοί αντί-φεμινιστές άνθρωποι, που λειτουργούν στο σύστημα αναπαραγωγής του κοινωνικού μοντέλου.

Σκέφτηκα, «τολμώ να αμφισβητήσω;» με στόχο να δω διαφορετικά το πρόβλημα;

Πέρα από τις κοινωνικές και πολιτικές σκέψεις που μου έρχονταν στο μυαλό, σκέφτηκα ότι κάθε επιτιθέμενος κρύβει ένα τεράστιο φόβο μέσα του.

Το άφησα σαν εικόνα στο μυαλό μου και προχώρησα σε ερωτήματα προς τον εαυτό μου.

Θα μπορούσα να δω αν κρύβουν "παγίδες" οι αγώνες των διεκδικήσεων του Φεμινιστικού κινήματος;

Θα μπορούσα να συσχετίσω την εκμετάλλευση της «παγκόσμιας παραγωγής» με την ανάπτυξη εργατικών χεριών μέσω του φεμινιστικού κινήματος στο ξεκίνημα του;

Θα είχα στοιχεία ώστε να εξετάσω αν κάποιες θεωρούμενες καταξιωμένες γυναίκες λειτουργούν τελικά ένα αντρικό μοντέλο σκέψης, ονομάζοντας τους εαυτούς τους χειραφετημένες φεμινιστικά;

Θα μπορούσα να δω (σήμερα) ,την μοναξιά των δύο φύλων μετά τους αγώνες, όντας πετυχημένα και ισότιμα στο σύστημα;

Θα είχα την ικανότητα να αντιληφθώ ότι τα πάντα είναι διαμάχες που οργανώνονται από ένα σύστημα (άφυλο) που δεν θέλει να σε βγάλει από μέσα του , αλλά να καταναλώσει τη ζωή σου σε πλαστά διλλήματα;

Θα μπορούσα να κατανοήσω την ηρεμία και την αποδοχή που νοιώθουν μεταξύ τους, ο παππούς και η γιαγιά σε ένα προηγούμενο άρθρο μου;

Σε ποιά στοιχεία και αρχές βασίζεται αυτή η αρμονία της σχέσης τους;

Θα μπορούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι τα μοντέλα αλλάζουν μόλις αλλάξουμε εμείς τη θέαση μας; Ή ακόμα , ισχύει ότι κάθε τι που πολεμάμε ενισχύουμε την ύπαρξη του γιατί την θέλουμε ουσιαστικά μέσα μας;

Θα ήμουν ικανός να συσχετίσω την καταστροφή του πλανήτη με την αδυναμία αποδοχής της διαφορετικότητας μεταξύ των φύλων και γιατί όχι μεταξύ των άλλων πλασμάτων που τον κατοικούν;

Άναψα ένα ακόμη τσιγάρο και γεύτηκα μια ωραία ρουφηξιά από τον καφέ μου.

Πολλά ερωτήματα και σίγουρα το ζήτημα απαιτούσε ολιστική προσέγγιση.

Τα μάτια της σκέψης μου ήσαν στραμμένα στον παππού και την γιαγιά του χωριού μας…

Σκέφτηκα ότι στην ουσία τους παρακαλούσα να μου δώσουν στοιχεία στην συναισθηματική μου νοημοσύνη, μήπως και χαράξω τον δικό μου δρόμο κατανόησης…

Χαμογέλασα και είπα να καταγράψω αυτά τα ερωτήματα στις ηλεκτρονικές σελίδες του παγκόσμιου χωριού μας.

Άλλωστε , όταν αποφασίσεις να "περπατήσεις" με τη σκέψη σου τέτοια ζητήματα … τα ερωτήματα έχουν μεγαλύτερη αξία από την τοποθέτηση κάθε «λογικού» ανθρώπου.

Μήπως αυτή η «λογική» δεν υπαγορεύει το «αντί» δίπλα στον φεμινισμό;


ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΤΙΠΟΤΑ ΡΕ…

.


Το χωριό μας διαθέτει χείμαρρους κάτω από μια οργιώδη βλάστηση, που φτιάχνουν σκιερές διαδρομές για κάθε ζωντανό που θέλει να κυκλοφορεί αθέατο.

Τα μαρμάρια (ψαμμιτικά πετρώματα) είναι λειασμένα από την ροή του νερού και σχηματίζουν συνήθως μια καθαρή (στο χρώμα του τσιμέντου) βάση κάτω από την παχιά σκιά της βλάστησης στις ρεματιές.
Σε μια τέτοια είσοδο ρεματιάς στέκονταν (κάποτε) τα φιλαράκια του χωριού και συζητούσαν μεταξύ τους τις δυνατότητες να αποδείξουν την ανδρεία τους μέσα από ένα πέρασμα, κάτω από τον άγνωστο δρόμο του χειμάρρου.
«Μπορείς να μπεις από εδώ και να βγεις εκεί πάνω;» ήταν το στοίχημα της πρόκλησης που έβαζαν στον εαυτό τους.
Αρκετή ώρα σπαταλήθηκε σε κουβέντες που μέσα τους είχαν κρυμμένο το φόβο αυτής της δράσης , έστω και αν τα θαρραλέα λόγια τους τόνιζαν την ανδρεία κάθε μικρού εξερευνητή.
Κάποια στιγμή όμως τα λόγια τελειώνουν και αποφασίζεις που θα στείλεις το βήμα σου.
Έτσι το γόητρο του επιζητούμενου «άντρα» κυριάρχησε στην απόφαση κάθε ενός.
Ένας - ένας έμπαινε σε ότι δεν ήξερε, για να νοιώσει κάτι που δεν ήταν αναγκαίο στην ιδιότητα του «άντρα», αλλά για κάποιο λόγο ήταν απαραίτητο στο μυαλό του.
Όσο κρατούσε η επαφή με το φωτεινό τμήμα της εισόδου, τα πράγματα ήσαν υποφερτά.
Από ένα σημείο και μετά τα λόγια που είχαν προηγηθεί για λύκους, αλεπούδες, φίδια, και κάθε λογής άγριο ζώο, στις αφηγήσεις τους πριν την είσοδο, έκαναν τις λιγοστές τρίχες των χεριών τους να σηκωθούν και τα μελίγγια τους να έχουν ένα συνεχές σφύριγμα.
«Τι το θελα ο μαλάκας» ήταν τα λόγια που θυμάμαι να ξεστόμισα χωρίς να έχω την παραμικρή επιλογή να γυρίσω πίσω , σερνόμενος στα πυκνά κλαδιά και στα νεροφαγώματα του χειμάρρου.

Τίποτε δεν υπήρχε που να μην το έπιαναν οι «κεραίες» της όσφρησης , της ακοής ή της όρασης σε μια αυτοσυγκέντρωση τελετουργική και με ένα βήμα κάπως επιταχυμένο.
Τα λίγα λεπτά που κράτησε αυτή η περιήγηση του φόβου μέσα μας, διατήρησε το μούδιασμα στο σώμα μας και τον ήχο στα μηλίγγια για αρκετή ώρα μετά την επιστροφή στην ασφάλεια του τοπίου.

Ακούστηκαν μερικές σκόρπιες κρίσεις όπως «δεν ήταν τίποτα ρε» , αλλά η γενικότερη σιωπή όλων άλλα μαρτυρούσε.

Χρόνια τώρα θυμάμαι αυτή την παιδική διαδρομή μέσα από τον Άδη των φόβων μου.
Πόσες φορές στη ζωή μου μπήκα σε σκοτεινές διαδρομές επιλογών μου… μπορεί η ατάκα που είχα πει τότε να επαναλήφθηκε αρκετές φορές , αλλά η επιθυμία να περάσω το βίωμα ζύγιαζε περισσότερο κάθε φορά.
Ένα τεράστιο κομμάτι μου πάντα έλεγε και λέει… «θέλω να ξέρω», όμως η γοητεία βρίσκεται στο να -βλέπεις- μέσα από το άγνωστο …
Άλλωστε η πολυπόθητη λέξη «παγίδα» που γεμίζει τα κρεβάτια των ψυχολόγων και τα φοβισμένα βλέμματα των ανθρώπων… είναι η «ασφάλεια».
Τώρα… άμα πήγαινα ξανά (έστω και αν είμαι λιγότερο εύκαμπτος), θα διάλεγα την ίδια ατάκα εκφράζοντας την απλά πριν την είσοδο μου.

Ποτέ δεν έχουμε την ίδια αίσθηση σε ότι έχουμε κατακτήσει…
Πάντα κάτι άλλο γνωρίζουμε ως «μαθητές» δια βίου εκπαιδευόμενοι…

ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΙ

.


«Ντρίννν»
Ακούγεται η κλίση στο τηλέφωνο και στην άλλη γραμμή μετά την απάντηση θα ακούσω «τι κάνεις καλό μ’» από τη φωνή της θειας μου.

Δεν χρειάζονται πολλά λόγια και η περιγραφή για τη ζωή τους στο ήρεμο χωριό μας περιορίζεται μέσα στην αναφορά στις δουλειές του σπιτιού και στο καμάρωμα του κήπου που καλλιεργούν.

Δεν είναι τα λόγια που περνάνε σαν σαϊτιά από την καθημερινή μου ομίχλη και μου δίνουν μια συναισθηματική θεραπεία σε κάθε επικοινωνία μας.
Είναι οι σκόρπιες λέξεις που κρύβουν μέσα τους μια αγάπη χωρίς προσδοκία και χωρίς να έχουν λόγο υπεροχής ή υποτέλειας.

Θα ρωτήσει η αγαπημένη μου θεια « τα παιδιά καλά» και θα αναφέρει ένα - ένα τα ονόματα τους, καθώς και η μάνα (δεμένη με το παιδί) και περιμένει σε κάθε όνομα που λέει , να της κάνω μια μικρή επιβεβαίωση ότι είναι καλά.

Δεν είναι ερώτηση, είναι ευχή ο λόγος της και στέλνει πάντα την ηρεμία της ζωής της στα κύτταρα μου που πολλές φορές βρίσκονται τρομοκρατημένα στην αφύσικη ζωή και τους ρυθμούς της καθημερινότητας μου.

Είναι φορές που ο λιγομίλητος θειος μου θα πει « Να είστε καλά παιδί μου, τα βάσανα δεν τελειώνουν μόνο η αγάπη μένει» και θα μπορούσε να το ακούσει ένας άνθρωπος σαν μια τυπική κουβέντα του στυλ - είχαμε να λέμε…
Όμως αν ακούσεις αυτή τη φωνή , έχει μέσα της μια χροιά και ένα μπάσο ήχο από το αντάμωμα της με το βίωμα της ζωής τους … δεν τολμάς να στρέψεις τη σκέψη σου σε επιπόλαιο άκουσμα.

Πάντα θα δεις να κρατά το χέρι της γυναίκας του και να βαδίζουν μαζί σε κάθε μέρος που πηγαίνουν.
Την κρατά να μην πέσει η ψυχή της , έστω και αν προφασίζεται ότι την βοηθά στο περπάτημα.

Διακριτοί ρόλοι, καθορισμένες αξίες, σεβασμός του άντρα στη γυναίκα και της γυναίκας στον άντρα είναι το άγραφο βιβλίο της ζωής τους.

Τα όρια υπάρχουν για να δίνουν αξία μεταξύ τους και όχι τη μειονεξία του ενός στον άλλο.

Θα ακούσεις αυτές είναι αντρικές δουλειές , και παράλληλα αυτές είναι γυναικείες δουλειές.
Δεν κρύβουν απαξία αλλά επιτίμηση γιατί πάντα μιλά με θαυμασμό ο ένας για τα κατορθώματα του άλλου.

Ακόμα και όταν είναι κοινές οι ασχολίες υπάρχει ο σεβασμός και η αγάπη στο σύντροφο στο βλέμμα της στιγμής.

Σε κάθε τηλεφώνημα, τους φαντάζομαι πίσω από το μικρό παράθυρο του μαγεριού, όπου βρίσκεται και το τηλέφωνο, να στέκουν όρθιοι για αυτή την επικοινωνία.
«Είσαι μακριά καλό μου και μόνο σου» θα μου πει η θεια μου θέλοντας να μου δηλώσει το ενδιαφέρον της και την αδυναμία που έχει να με βλέπει πιο συχνά προσφέροντας την αγάπη της.

Γι αυτούς η οικογένεια έχει ένα άλλο περιεχόμενο από αυτό που βιώνουμε στην πολύχρωμη μοναξιά της ζωής μας.

Δεν χρειάζονται πολλά λόγια και αναλύσεις με αισθήσεις στην καθημερινότητα τους.
Λίγες κουβέντες ντυμένες με την πανοπλία της αγάπης και της συναίσθησης είναι αρκετές να τους δώσουν τον ίδιο ρυθμό στα κύτταρα της ζωής που μοιράζονται.
Μια μικρή «ασφάλεια» σε ένα βάθος ψυχής είναι αυτή η τηλεφωνική επικοινωνία .

Άλλωστε και το «Ντρίννν» είναι πάντα διαφορετικό τόσο στην αρχή … όσο και στη σιωπή του μετά το κατέβασμα του ακουστικού.

Αυτή η γιαγιά και ο παππούς, κουβαλάνε την αντίληψη ενός κόσμου που τελειώνει ή ενός κόσμου που έρχεται;

Θα ένοιωθα "λίγος" αν απαντούσα με την λογική μου … άλλωστε δεν έχει καμία αξία η δική μου κρίση μπροστά σε ότι απαντά ο καθένας με το ίδιο του το βήμα στην πορεία της ζωής του… ή αλλιώς με το ίδιο του το βίωμα…


ΚΑΠΟΤΕ ΕΙΧΕ 731 ΜΕΤΡΑ ΥΨΟΜΕΤΡΟ

.


Σαν σταθεί ο περιηγητής στα πανάρχαια θαλασσοδαρμένα βράχια του χωριού μας, και αφού διαλέξει την ψηλότερη πέτρα, μπορεί ήρεμα να αφουγκραστεί.

Τα βουνά μιλάνε μεταξύ τους με το χάδι του αγέρα και λένε τις ιστορίες τους και τα πάθη των ανθρώπων που τα ποτίζουν με μνήμες αιώνες τώρα.

Σαν σταθείς για να αφουγκραστείς, τι λένε, θα πρέπει να έχεις δυο αισθητήρια ως εφόδια.

Το ένα είναι η γνώση και το άλλο η κρίση.

Έχουν πολλές ιστορίες τα βουνά που ανταλλάσουν μεταξύ τους.

Μια από αυτές που την έφερε το αεράκι και την πηγαινοφέρνει χρόνια τώρα χωρίς να την νοιώθουν εύκολα οι άνθρωποι, που έχουν σκυμμένο το κεφάλι στις ιδιωτικές τους ανάγκες, είναι αυτή που ξεκίνησε από ένα άλλο βουνό (πιο βόρεια) που είχε κάποια στιγμή υψόμετρο 731 μέτρα πάνω από τη θάλασσα.

Με ένα πάτημα στην εικόνα του χάρτη, μπορεί η ιστορία να αρχίσει…μέσα από την αφήγηση ενός ανθρώπου… το που τελειώνει ανήκει στον αναζητητή που κρύβει ο καθένας μέσα του.

Οι σχολιασμοί συνήθως είναι εύκολοι … και σίγουρα δεν μας κάνουν Σοφούς…

Η Πυθαγόρεια σιωπή όμως;

Άλλωστε όταν τιμάμε (ακούγοντας) μνήμες οφείλουμε να είμαστε σιωπηλοί …

ΤΟ "ΚΛΙΚ" ΜΙΑΣ ΣΤΙΓΜΗΣ

.


Η καλογυαλισμένη BMW των 250 κε με το καλάθι, σταμάτησε μπροστά στο μνημείο του Αθανάσιου Διάκου στην Αλαμάνα δίπλα στην εθνική οδό.

Πρώτα το παγούρι με το νερό σηκώθηκε πάνω από τα πλαστικά ποτήρια ,για να δροσίσει τα χείλη των επιβατών της.

Το βρέξιμο του χεριού τους , έδωσε το απαλό χάδι στα πρόσωπα τους που ήταν στεγνά από τον αέρα του ταξιδιού.

Ο πατέρας, άρχισε να δείχνει το ψηφιδωτό του μνημείου στο γιό του και να τον ρωτά, αν θυμάται ποιος ήταν ο Αθανάσιος Διάκος.

Ο γιος κοιτούσε το ηρώο και ενώ σκεφτόταν με παιδική απορία «πως το έφτιαξαν ρε γαμώτο» το ψηφιδωτό με τις πέτρες, είπε μερικά που θυμόταν σαν να τον εξέταζε ο δάσκαλος.

Από το ταξίδι και τη διαδρομή κυριαρχούσε περισσότερο στο μυαλό του , ο πόθος να φτάσουν στο χωριό τους ... άλλωστε του έφερναν δυσφορία οι δασκαλίστικες εξετάσεις.

Η μάνα, τους είπε να σταθούν μπροστά στο μνημείο, να τους βγάλει μια φωτογραφία.

Πάντα οι φωτογραφίες κατέγραφαν τις εκδρομικές στιγμές της οικογένειας μέσα από το τετράγωνο κουτί της Kodak με το μεγάλο αρνητικό.

Στάθηκε η μητέρα απέναντι τους και έφερε τη μηχανή στο ύψος της μέσης, ώστε να βλέπει εστιασμένα από το παραθύρι με το οβάλ κάτοπτρο το κάδρο της φωτογραφίας.

«Ακούνητοι» φώναξε, και το κλείστρο ακούστηκε να φυλακίζει μέσα στο κουτί μια στιγμή από την πάλη που είχε το φως με το σκοτάδι … την πάλη της μνήμης με τη λήθη.

Μια στιγμή ήταν, που δεν την κατάλαβε κανείς πόσο γρήγορα πέρασε.

Πάντα θέλουμε να φύγουμε από την στιγμή … γιατί πάντα έχουμε «στόχο».

Στους συγκεκριμένους ταξιδιώτες της μικρής μας ιστορίας, ο στόχος ήταν να φτάσουν στο δυσπρόσιτο χωριό τους, εκείνες τις ζεστές μέρες του ’66 από την μακρινή τότε Αθήνα με την θολή και απροσδιόριστη ανάπτυξη του χαρακτήρα της.

Ήταν η εποχή της «σφιγμένης» ευγένειας και της γενικότερης κοινωνικής και πολιτικής φοβίας των ανθρώπων στα χαμόγελα τους.

Το αρνητικό με το κλικ, κράτησε μια ολόκληρη σημειολογία εποχής ακόμη και για τον συγκρατημένο αυθορμητισμό των σχέσεων στην πόζα πατέρα και γιού.

Γρήγορα μπήκε ο γιος στο καλάθι της μαύρης BMW, με τον πατέρα να κάνει την γνώριμη κίνηση με το πόδι στο λεβιέ που έβαζε μπροστά.

Ο ήχος από το μπάσο σκάσιμο των πιστονιών της μηχανής άφησε τη μυρωδιά της βενζίνης πάνω τους και η μητέρα έδεσε καλά το μαντήλι στο κεφάλι της και έκατσε με τον γυναικείο τρόπο προς τα μέσα της μηχανής πάνω στη σέλα.

Το μαρσάρισμα έβαλε στον ζεστό δρόμο τη μηχανή να σχίζει τον αέρα που έπαιζε μαζί τους (πάντα κόντρα στην πορεία τους), με τα μαλλιά και τα μάτια τους.

Το τετράγωνο κουτί της Kodak κράτησε μέσα του μια στιγμή μονάχα.

Ποιος έδινε εκείνη την ώρα σημασία σε μια μικρή στιγμή… πάντα έχουν «τα σπουδαία» οι άνθρωποι μπροστά τους (σκέφτονται)…

Τώρα που δεν πρόκειται να ξανακουστεί το σκάσιμο της μηχανής με την χαρακτηριστική μυρωδιά και σίγουρα δεν υπάρχουν οι στόχοι των επιβατών εκείνης της εκδρομής… ίσως η στιγμή που ακούστηκε ένα απλό κλικ , να έχει πιο πολλά να πει από όσα νόμιζαν …

Αυτή η μικρή πόζα στο φακό , άφησε την διαδρομή μετέωρη και ίσως να συνεχίζεται ακόμη … προς το στόχο της «Ιθάκης» του παρατηρητή…

Γνωστού και ξένου… (παρατηρητή) που δεν βλέπει τις στιγμές του… για τα «σπουδαία» των στόχων του… ακόμη και τώρα που διαβάζει αυτές τις αράδες με τα ταιριασμένα γράμματα σε σκέψεις...

ΙΧΝΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΛΙΟ ΤΕΚΕ

.


Ανεβαίνοντας την ανηφορική πλαγιά του χωριού μας, λίγα μέτρα πριν δρασκελίσεις τα απόκρημνα βράχια που στέκουν ακρίτες του οροπεδίου των Οντρίων, θα συναντήσουμε την κρύα πηγή της Γητιάς.

Πολλοί έχουν κάνει αριστερά το ξεχασμένο μονοπάτι για να επισκεφτούν με περιηγητική δυσκολία την αθέατη πλέον σπηλιά του Αι Μηνά.
Ενδιάμεσα , θα πρέπει να είναι κανείς πληροφορημένος για να προσέξει τα ίχνη από τον ερειπωμένο τεκέ που υπήρχε κατά την Οθωμανική κυριαρχία στην περιοχή μας. Κανείς δεν μπόρεσε να μου περιγράψει το πώς ήταν αυτό το κτίσμα , αν και (όπως πληροφορήθηκα) γκρεμίστηκε σχεδόν πρόσφατα με την ανταλλαγή των πληθυσμών κατά την συνθήκη των Μουδανιών μεταξύ του Κεμάλ και του Ελ Βενιζέλου. Τα υλικά του αξιοποιήθηκαν από τους κατοίκους του χωριού για να φτιάξουν τα δικά τους σπίτια.
Δεν έμεινε τίποτα … τρεις πέτρες αφημένες στο πρανές πλάτωμα της απέραντης θέας του τοπίου.
Αν ρωτήσεις … θα σου πουν ότι ήταν Τούρκικο μοναστήρι, αλλά μέχρι εκεί.
Η ιστορία αποτελείται από ένα σύμπλεγμα λήθης και επιλεκτικής καταγραφής των νικητών σε ότι θέλουν να λένε ότι έζησαν. Οι άνθρωποι, πιο εύκολα εξαφανίζουν την ταυτότητα του άλλου παρά φτιάχνουν την δική τους. Η εποχή που η συγκρότηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου σεβόταν τον πολιτισμό των λαών που κατακτούσε, πέρασε και ελπίζω να μην είναι ανεπιστρεπτί.
 Δεν είναι τυχαίος ο φανατισμός των βορείων γειτόνων μας που ψάχνουν αγωνιωδώς ταυτότητα μέσα από το Ελληνικό DNA των Μακεδόνων και καταγράφουν την δική τους εκδοχή της ιστορίας.

Όμως να επιστρέψουμε στον ερειπωμένο Τεκέ της Δραγασιάς.
Αν ξέραμε σήμερα , ότι σε αυτό το μοναστήρι κατοικούσαν οι Δερβίσηδες , θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε το ποιοι ήσαν;  Τεράστια η φιλοσοφία τους και με καμία σχέση δεν θα μπορούσε κανείς να την κατατάξει σε ένα άρμα δεμένο με την πολιτειακή λειτουργία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Οι Οθωμανοί δεν είχαν κορωνίδα της αυτοκρατορίας τους το θρήσκευμα τους , αλλά το Δοβλέτι.
Το Δοβλέτι ήταν το δικό τους σύνταγμα (άρα η πολιτική τους εξουσία) Δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς μέσα σε όλη την θρησκευτική πανσπερμία της γεωγραφικής της επικράτειας. Απόδειξη είναι ότι η ορθόδοξη εκκλησία διατήρησε σε όλη την διάρκεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας τα προνόμια και την περιουσία της.

Το 13ο αιώνα λοιπόν εμφανίστηκε στον ιδεολογικό και θρησκευτικό χώρο του Ισλάμ ένας ποιητής - μύστης που του έδωσαν το όνομα «Ο Δάσκαλος μας». Ήταν ο Τζελαλεντίν Ρουμί που γεννήθηκε κάπου στο Αφγανιστάν και πέθανε στο Ικόνιο. Η διδασκαλία του καλούσε ανθρώπους από οποιαδήποτε πίστη, θεωρώντας ότι ο Θεός Μουσουλμάνων, Χριστιανών και Εβραίων είναι ένας.
Όταν πέθανε σε ηλικία 66 ετών, την νυκτερινή εκφορά του παρακολούθησαν και τίμησαν πιστοί από πέντε θρησκείες και κράτησαν αυτή τη γιορτή ως «Νύχτα της ένωσης».

Πέφτοντας τα ντουβάρια από το ίχνος μιας ιστορίας , χάνεται μαζί και η δυνατότητα να πλησιάσουμε τη γνώση πέρα από την επιλεκτική καταγραφή των νικητών. Ο Ηρόστρατος ήταν Έλληνας , όταν θέλησε να μείνει το όνομα του για πάντα στην ιστορία και έκαψε τον ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο.
Έμεινε ως επαίσχυντος εμπρηστής … αλλά η μνήμη ενός από τα επτά θαύματα χάθηκε.

Εύκολα βγάζουμε από τη βάση τους αγάλματα , ή αλλάζουμε ονόματα σε δρόμους…
Αυτός ο λαός που εύκολα θέλει να σβήσει την ιστορία των άλλων , σίγουρα θα σβηστεί και η δική του μετά από την εφήμερη κατανάλωση της ζωής του.

Πως μπορεί να σε πάει η σκέψη μέσα από τρεις πέτρες που ορίζουν το ίχνος ενός παλιού τεκέ σκέφτηκα…

Δεν θα περιγράψω την φιλοσοφία των Δερβίσηδων παρά θα βάλω μερικές αναφορές στο διαδίκτυο για όσους θέλουν να πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν κυρίαρχα ζώα στον πλανήτη γη και οι ίδιοι είναι υπέροχοι , διαφορετικοί και σίγουρα με μεγάλη αξία μπροστά σε ότι θέλουν να μάθουν.

Δερβίσηδες και Μοναστικά Τάγματα της Ανατολής
Χορός Δερβίσηδων



ΗΧΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ

.

Σσσσς…

Συνήθως βάζουμε το δάκτυλο κάθετα μπροστά στο στόμα μας και εκφέρουμε αυτό το χαρακτηριστικό ήχο. Με αυτή την γλώσσα του σώματος, ζητάμε άμεσα και επιτακτικά την ησυχία.  Ίσως είναι μια από τις πρώτες «λέξεις» των ανθρώπων από την αρχέγονη πορεία της εξέλιξης τους.
Σίγουρα δεν έχει ηλικία 3,5 χιλιάδων ετών , ούτε πέντε ούτε δέκα … ούτε … ούτε…
Ήταν κώδικας συνεννόησης πρωτόγονων ομάδων για να κάνουν πλήρη ησυχία, όταν ο συριστικός ήχος από πλησίασμα τεράστιων ερπετών έφτανε το μέρος τους.
Μίμηση του κινδύνου δηλαδή.
Κατεγράφη λοιπόν μέσα μας, ως πειθαρχία σε ένα φόβο και σίγουρα μας φάνηκε πολύ χρήσιμος αυτός ο σωματικός ήχος , αφού επιβιώσαμε μέχρι σήμερα.

Θα μου πείτε κι αν έκλαιγε εκείνη τη στιγμή το παιδί τι το έκαναν ;
Είμαι σίγουρος ότι θα είχαν κάποιο τρόπο να το ηρεμήσουν εκτός από την εύκολη προσταγή «-Πνίξε το!»  
Αυτή τη πληροφορία για την συριστική επικοινωνία των ανθρώπων την είχα διαβάσει πολύ παλιότερα και μου ήρθε στο μυαλό καθώς ενημερωνόμουν στο διαδίκτυο ,για τα παλαιοντολογικά ευρήματα στην Δυτική Μακεδονία.   Πέρασε πολύς καιρός … τόσος που και τα "παραμύθια" ξεχάστηκαν… και τα μεγάλα ζώα που ήσαν θηρευτές του ανθρώπου εξέλειπαν.
Ακόμα πήραμε και μια λάθος οδηγία (ή την φτιάξαμε μόνοι μας) που έλεγε «Αυξάνεστε και πληθύνεστε και κατακυριεύσατε την γη…» , αλλά ο φόβος και η λειτουργία του «Σσσς» δεν έπαψε να υφίσταται μέσα μας…

Μήπως δεν έχουν εκλείψει οι «θηρευτές» μας;

Μήπως τους έχουμε μέσα μας και απλά φοβόμαστε να τους δούμε;
Μήπως αυτοί οι «θηρευτές» γεννούν, την πείνα (στερημένων και χορτάτων), την βία (πολέμου ή ειρήνης), τον φόβο (δυνατών και αδυνάτων), την ανασφάλεια (μορφωμένων και απαίδευτων), την …, την … και δεν έχει τέλος η καταγραφή.
Πάντως αν αποφασίσουμε να στρέψουμε τα «μάτια» στο θηρίο που κουβαλάμε μέσα μας ,(για να δαμάσουμε το φόβο μας) θα πρότεινα να φέρουμε το δάκτυλο κάθετα στο στόμα και να πούμε στον εαυτό μας:   Σσσσσσς !
Θέλει σεβασμό στο ταξίδι και σεμνότητα σε κάθε βήμα αυτή η πορεία προς στον Άδη!
Παλιότερα είχα διαβάσει ένα όμορφο βιβλίο της Πιτσούλη υπό τον τίτλο «Μυστική Οδύσσεια», που έχει τον τρόπο να σου δείχνει (αρχικά) το πώς ταξιδεύουμε προς την κατάβαση μέσα από την γνωστή ιστορία του Οδυσσέα.
Την κατάβαση με πιο σκληρό και σαφή λόγο … μπορούμε να την πούμε και αυτογνωσία.

Σημείωση: Βαρύ το νόημα της λέξης (αυτογνωσία) για εύκολη χρήση στα χείλη μας … Σσσσς …

ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΕΝΑ ΤΟ ΧΑΟΣ ;

(Δεν συντάχθηκε - αναρτήθηκε τυχαία στις 4 Οκτωβρίου ‘09)


Το απόγευμα όταν ο ήλιος έπαιρνε το δρόμο του πίσω από τα δαντελωτά βράχια των Οντρίων, άκουγες πολλά κουδούνια να πλησιάζουν προς το μέρος σου.

Σε όλα τα στενά περάσματα του χωριού έβλεπες νωχελικές αγελάδες και μοσχαράκια να πηγαίνουν ανεξάρτητα σε ένα προορισμό το κάθε ζώο μόνο του.

Κάποια στιγμή έφτανε καθένα στην εξώπορτα του ιδιοκτήτη του και περίμενε μέχρι να του ανοίξουν. Στη συνέχεια κατευθυνόταν στο στάβλο που συνήθως ήταν δίπλα στο σπίτι.

Μπορεί να ήσαν λίγο διαφορετικά τα πέτρινα δρομάκια του χωριού από την χαρακτηριστική οσμή της σβουνιάς (περιττώματα), αλλά πιστέψτε με ότι είναι χειρότερη η εξάτμιση από το μαρσάρισμα του αυτοκινήτου με το ηχοσύστημα της μπιτάτης αποχαύνωσης.

Το ηλεκτρικό ρεύμα στο χωριό μας (όπως σε όλη την ξεχασμένη Ελλάδα) ήρθε γύρω στο '70 και μαζί του πήρε σιγά -σιγά την αγροτική οικονομία (χωρίς να φταίει αυτό) φέρνοντας τις «ευκαιρίες» από την αστική οικονομία.
Κανένας δεν πίστεψε ότι η ζωή του ανθρώπου μπορεί να υπάρξει σύγχρονη και σε μια αγροτική οικονομία…γιατί ο αγρότης ήταν ταυτόσημος με την ταλαιπωρία.

Η πολιτεία με τους εκφραστές της δεν μπόρεσαν να αναπαράγουν άλλο μοντέλο, εκτός από αυτό που είχαν διδαχθεί ως τρόπο ζωής.
Οι πάντες αγάπησαν την επαρχία , αλλά μια αγάπη που είχε μεγαλύτερη ομοιότητα με τον πληρωμένο έρωτα παρά με μια ουσιαστική σχέση ερωτικής συνύπαρξης .
Κάποτε μιλώντας σε ένα παγκόσμιο συνέδριο για τους νέους κτηνοτρόφους, δεν θέλησα να περιγράψω την Ελληνική κατάντια με νούμερα και ποσοστά επί της παραγωγής, αλλά με ένα ερώτημα.

Πως ένα κοινωνικό σύστημα θα κρατήσει τον κόσμο με αξιοπρέπεια και ενδιαφέρον στην πρωτογενή παραγωγή , όταν για δεκαετίες η εικόνα του χωριάτη, ήταν σύμφυτη με τον ανόητο και οπισθοδρομικό χαρακτήρα που τον ενσάρκωνε (ο ταλαντούχος κατά τα άλλα) κωμικός Χατζηχρήστος;
Θα πήγαινε ποτέ κανείς να λειτουργήσει ένα τρόπο ζωής που το σύνολο της κοινωνίας κατά ομολογία τον απαξιώνει;
Θα άφηνε κανείς τα παιδιά του να λοιδορούνται από την αστική κουλτούρα;

Δεν συμβαίνει βέβαια το ίδιο σε άλλες χώρες όπως είναι η Αμερικάνικη Δύση, που η κουλτούρα του εκτροφέα είναι ντυμένη με μύθους και με λογοτεχνία ή ακόμη και με αξιόλογη μουσική.

Βέβαια η Ελλάδα στην πολιτική της διαδρομή με την ίδρυση του νέου κράτους της, απέκτησε μια ταυτότητα που χρησιμοποιούσε φράκο με φουστανέλα στο ίδιο κουστούμι.
Αυτή η σύγχυση με σύγχρονα «ενδυματολογικά» χαρακτηριστικά πλέον, βρίσκεται ακόμη και σήμερα στη σκέψη των πολιτών της.
Είμαστε πια λαός της «ευκαιρίας» και αυτό έχει κόστος στο αύριο.
Ευκαιρία έψαχναν στο φιάσκο του Χρηματιστηρίου εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι λίγο παλιότερα για να μη ξεχνάμε… και ακόμη την ευκαιρία λειτούργησε το κρατικό – ιδιωτικό κατεστημένο στο χορό των οικοπέδων του «Θεού» λίγο πιο πρόσφατα.

Πάντως τα κουδούνια από τις αγελάδες στα δρομάκια του χωριού σώπασαν για πάντα.
Μαζί με αυτά έσβησε και η όποια αγροτική οικονομία υπήρχε στα προαιώνια μονοπάτια της δυτικής Μακεδονίας.

Το τι παθαίνουν Πόλεις – Κράτη που δεν παράγουν και ερημώνουν … είναι κάτι που όποιος έχει την στοιχειώδη παιδεία θα το βρει στην ιστορία.

Οι αστοιχείωτοι απλά θα το βιώσουν ως ο Επιμηθέας…
Στο ερώτημα αν είναι αναστρέψιμη η κατάντια του θανάτου μιας ιστορίας μέσα στην ευτέλεια, θα απαντήσω Ναι.

Ένα όμως χρειάζεται !
Να υπάρξουν άνθρωποι που μέσα από την πλάνη τους θα ξυπνήσουν με δημιουργικές τύψεις.

Δεν αξίζει να είμαστε ιδιοκτήτες σπιτιού που καταρρέει και σίγουρα κάποιοι άλλοι θα σηκώσουν το δικό τους πολιτισμικό οικοδόμημα… δηλαδή την Παιδεία τους!

Δεν είναι τιμή να γίνουμε θυρωροί ξένου οικοδομήματος, στη γη των προγόνων μας…

Βέβαια αυτός ο Λουδοβίκος (ο δέκα τέσσερα) , έκανε όλη τη ζημιά και νομίζω ότι τον έχουν πρότυπο οι περισσότεροι πολίτες (πιο σωστό είναι να πω ιδιώτες) αυτής της χώρας.
Τι έλεγε για την ματαιότητα της ζωούλας του;

- « Το κράτος , είμαι εγώ» (L'État, c'est moi) …Μετά από μένα το Χάος !

ΟΤΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΣΕ ΠΑΝΕ … ΑΛΛΟΙ

.

Διαχρονικόν !


(Τυχαία αναρτήθηκε
την 1η Οκτωβρίου 2009)

Για κάθε προσδοκία της ζωής μας...

Αφιερωμένο σε μας, από τον μεγάλο Quino για κάθε προορισμό ή στόχο στη ζωή μας, που θέλουμε να μας πάνε άλλοι...