.
Εδώ και λίγο καιρό παρακολουθούσα πηγαίνοντας στη δουλειά μου τις προσωπικές εργασίες που έκανε ένας νέος γείτονας διαμορφώνοντας το μαγαζί του. Σε σύντομο χρόνο ένα καθαρό και λιτό μανάβικο ήταν στη γωνιά , δίνοντας ζωή στο κλειστό κατάστημα που υπήρχε καιρό με ένα φθαρμένο ενοικιάζεται στο τζάμι.
Ο Πειραιάς έχει γωνιές που κρατούν μέσα τους ακόμα ένα (αλλοιωμένο) απόηχο της μεταπολεμικής κουλτούρας της αστικής Ελλάδας, αν και τώρα είναι εμπλουτισμένη με τους μετανάστες και την στάση ζωής τους με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό.
Με την πρώτη ευκαιρία λοιπόν το επισκέφτηκα να ψωνίσω, μεταφέροντας ένα χαμόγελο ευχής ώστε να είναι καλορίζικο. Μια απλή και γεμάτη ζωή χωρίς να έχει κάτι από το γκρίζο των ακάλυπτων επιταγών και του άγχους που βλέπω στις επιχειρήσεις γύρω μου, ήρθε να ανταποδώσει το χαιρετισμό με ένα χαμόγελο. Ένας πατέρας με κέφι μου έδειχνε τα προϊόντα του και μια μαμά πρόσεχε ένα κατάξανθο αγοράκι μόλις δύο χρόνων ενώ βοηθούσε στο ταμείο. Ο μικρός μπόμπιρας έστρεψε τα επίμονα μάτια του διακριτικά και με παρακολουθούσε μια και ένας γίγαντας για αυτόν, είχε εισβάλλει στο χώρο του. Τον άφησα να κάνει όσο ήθελε την εξερεύνηση στο πρόσωπο μου και σε μια στιγμή (ανύποπτη) γυρίζω προς αυτόν και του δίνω ένα πεταχτό φιλί στον αέρα , πράγμα που σίγουρα δεν περίμενε μέσα στην σοβαρότητα της παρατήρησης του άγνωστου. Τα πράγματα ως δια μαγείας άλλαξαν και ένα σκέρτσο άρχισε να αναπτύσσεται στον μικρό που ήθελε εκείνη ακριβώς την στιγμή να μου μιλήσει με την κίνηση του σώματος για όλα τα κατορθώματα που είχε μάθει έως τώρα. Μικρά πηδηματάκια, στροφές και χαμόγελα, τα μοίραζε αφειδώς μέσα από την χαρά του υπάρχω και επικοινωνώ. Τον χαιρετισμό εκείνης της πρώτης επίσκεψης τον διαδέχτηκαν και μερικές ακόμα επισκέψεις που έκανα στο κατάστημα για ψώνια αφήνοντας μου κάθε φορά την ίδια αίσθηση της απλότητας και της καθαρότητας για αυτό που λέμε «ζωή».
Έχει τύχει αρκετές φορές να παρατηρώ τους ανθρώπους (όπως έκανε ο ξανθός μπόμπιρας) σαν συζητούν μεταξύ τους και βλέπω μια αγωνία που εκφράζουν ψάχνοντας να βρουν το φθηνότερο προϊόν μέσα από τις αγορές τους. Συνήθως δεν συζητούν για το «καλό» αλλά για το «φθηνό» και τούτο δεν είναι γέννημα της οικονομικής δυσπραγίας του τελευταίου διαστήματος, αλλά υπήρχε (σαν θυμάμαι) από την εποχή της αλητείας του χρηματιστηρίου των νέο-ελλήνων που νόμιζαν ότι μετέχουν ως συν-διαχειριστές του καπιταλισμού. Φαντάζομαι ότι η μέσα σκέψη τους θα ήταν «Μπράβο μου που επιβιώνω ως έξυπνος επικερδώς». Δυστυχώς μέσα από αυτή τη φιλοσοφία δεν υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες επιβίωσης τέτοιων καταστημάτων σε τούτες τις μέρες. Όσο λοιπόν το μοντέλο που μετρά την προσφορά και τη ζήτηση με όρους κέρδους χωρίς υπάρχουσα κοινωνική πολιτική σε μια ασύδοτη οικονομία χωρίς ανθρωποκεντρική φιλοσοφία, για τον (κάθε) ξανθό μπόμπιρα δεν είναι σίγουρο ότι θα έχει μνήμες που θα κρατήσουν πολύ χρόνο μέσα σε τέτοια απλά καθαρά και λιτά μαγαζιά. Για να το κάνω λιανά αυτό, σημαίνει ότι σε όλες τις "πολιτισμένες" χώρες τα μεγάλα καταστήματα βρίσκονται πάντα σε μια απόσταση αρκετά μεγάλη έξω από τον οικιστικό ιστό, ενώ στο Ελλαδιστάν της αλητείας και της συναλλαγής, όλα τα μεγάλα καταστήματα βρίσκονται ακριβώς μέσα στην καρδιά της κάθε πόλης… Βέβαια δεν υπάρχει κανένας που τον φωτογράφησαν με το χέρι προτεταμένο και τα χρήματα της συναλλαγής στην χούφτα του…. ώστε να αποδώσουμε ιδιοτέλεια στις όποιες αποφάσεις της νομοθετικής- εκτελεστικής εξουσίας. Ούτε ακόμη υπάρχει πιθανότητα να πουν σε κρατικούς λειτουργούς «Πόθεν έσχες» όλα τούτα , μέσα από μια απορία πως ένας όντας (πρώην ρακένδυτος) πολιτικάντης ή ακόμη και ένας δημόσιος κομματικός (πρώην πειναλέος) υπάλληλος μπορεί να έχουν τέτοιες επιτυχίες στο "ευ ζειν" τους.
Παλιότερα με είχε απασχολήσει το κατά πόσον ευθύνεται για την πνευματική ανωριμότητα (δηλαδή την πολιτική ανάξια σκέψη) του κόσμου η «ελεήμων προσφορά» μέσα από έννοιες όπως είναι η αγάπη και η ανθρωπιά… Αυτό που οφείλει να κάνει μια οργανωμένη κοινωνία δεν δικαιούνται να το λειτουργούν οι άνθρωποι μεμονωμένα έστω και αν έχουν την πρόφαση να σώσουν την ψυχή τους. Όταν ακούω να λέει κάποιος «Είμαι Καλός άνθρωπος» μου έρχεται μια φαγούρα μέσα στην παλάμη και θυμάμαι τα σχολικά μας χρόνια που χωρίς δισταγμό την προσγειώναμε στο σβέρκο του ανόητου κατά την κρίση μας. Τώρα βέβαια η σοβαρότητα της ηλικίας καθώς και η αίσθηση της σιχασιάς στην περιοριστική σκέψη απλά αναπτύσσει το βήμα σε αντίθετη κατεύθυνση από ότι άρρωστο βλέπω μπροστά μου.
Έτσι λοιπόν για να επανέλθω στο μανάβικο και στις όμορφες χορογραφίες του μπόμπιρα, μου δημιουργήθηκαν αρκετά ερωτήματα με την απαίσια ταύτιση μας πίσω από την πρόταση «Έτσι είναι ο κόσμος» που την λειτουργούμε για να αφήνουμε έξω από την ευθύνη μας ότι νοιώθουμε ότι είναι άδικο. Όταν βλέπω παιδιά, αισθάνομαι ότι τίποτε δεν έχει χαθεί ακόμα έστω και αν τα εκπαιδεύουμε στα αχνάρια της σκέψης μας για να τα κάνουμε άρρωστα και παραμορφωμένα πλάσματα όπως εμείς ως υπήκοοι όμοιοι με τους κυβερνήτες μας και τους οικονομικούς μας παράγοντες. Όλη η κοινωνική εκπαίδευση ακόμη και μέσα από την υποτιθέμενη τέχνη που μοιράζεται μαζικά στο πόπολο, φροντίζει να μην χαθεί το καλούπι ενός θρασύδειλου αλήτη που είναι η προσωπογραφία του μέσου ανθρώπου ή αλλιώς του επονομαζόμενου «φυσιολογικού».
Αν είναι (ως υπέρβαση εποχής) να κάνουμε το οτιδήποτε που θα αφορά σε μια προσφορά ευζωίας σε μικρούς μπόμπιρες που υπάρχουν γύρω μας, είναι να δημιουργήσουμε επιτέλους τις δομές για ένα κράτος που θα στηρίζεται σε μια άλλη φιλοσοφία πέρα από αυτή που εισπράττουμε ως θύματα ή αποδίδουμε ως θύτες κατά καιρούς στην αρένα της ζωής μας. Αυτή η φιλοσοφία της σκέψης μας ήδη έχει ανοιχτές πληγές που κυριολεκτικά βρωμούν όσο και να έχουμε συνηθίζει τη βρώμα και να νομίζουμε ότι είναι μια ακόμη οσμή γύρω μας…
Βέβαια οι οπαδοί της φιλοσοφίας που απέτυχε και θεοποιεί το ατομικό κέρδος σε μια ασύδοτη ελεύθερη αγορά, πάντα θα αναμασούν το ρητό του που λέει «Ο θάνατος σου η ζωή μου» … και το πιο θλιβερό είναι ότι αυτοί οι ανόητοι δεν είναι πάντα φτωχοί και αμόρφωτοι … αλλά ενίοτε πλούσιοι και δύσμορφοι… και ακόμη να μην ξεχνάμε ότι κυρίως είναι θρασύδειλοι για τις απολαβές όσων δεν δικαιούνται απέναντι στη θεία Νέμεση γιατί στη νομοθετημένη δικαιοσύνη, δεν υπάρχει απολογία (άρα και τιμωρία) στο σπίτι των Ντάλτον και αυτό είναι γνωστό.
Εδώ και λίγο καιρό παρακολουθούσα πηγαίνοντας στη δουλειά μου τις προσωπικές εργασίες που έκανε ένας νέος γείτονας διαμορφώνοντας το μαγαζί του. Σε σύντομο χρόνο ένα καθαρό και λιτό μανάβικο ήταν στη γωνιά , δίνοντας ζωή στο κλειστό κατάστημα που υπήρχε καιρό με ένα φθαρμένο ενοικιάζεται στο τζάμι.
Ο Πειραιάς έχει γωνιές που κρατούν μέσα τους ακόμα ένα (αλλοιωμένο) απόηχο της μεταπολεμικής κουλτούρας της αστικής Ελλάδας, αν και τώρα είναι εμπλουτισμένη με τους μετανάστες και την στάση ζωής τους με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό.
Με την πρώτη ευκαιρία λοιπόν το επισκέφτηκα να ψωνίσω, μεταφέροντας ένα χαμόγελο ευχής ώστε να είναι καλορίζικο. Μια απλή και γεμάτη ζωή χωρίς να έχει κάτι από το γκρίζο των ακάλυπτων επιταγών και του άγχους που βλέπω στις επιχειρήσεις γύρω μου, ήρθε να ανταποδώσει το χαιρετισμό με ένα χαμόγελο. Ένας πατέρας με κέφι μου έδειχνε τα προϊόντα του και μια μαμά πρόσεχε ένα κατάξανθο αγοράκι μόλις δύο χρόνων ενώ βοηθούσε στο ταμείο. Ο μικρός μπόμπιρας έστρεψε τα επίμονα μάτια του διακριτικά και με παρακολουθούσε μια και ένας γίγαντας για αυτόν, είχε εισβάλλει στο χώρο του. Τον άφησα να κάνει όσο ήθελε την εξερεύνηση στο πρόσωπο μου και σε μια στιγμή (ανύποπτη) γυρίζω προς αυτόν και του δίνω ένα πεταχτό φιλί στον αέρα , πράγμα που σίγουρα δεν περίμενε μέσα στην σοβαρότητα της παρατήρησης του άγνωστου. Τα πράγματα ως δια μαγείας άλλαξαν και ένα σκέρτσο άρχισε να αναπτύσσεται στον μικρό που ήθελε εκείνη ακριβώς την στιγμή να μου μιλήσει με την κίνηση του σώματος για όλα τα κατορθώματα που είχε μάθει έως τώρα. Μικρά πηδηματάκια, στροφές και χαμόγελα, τα μοίραζε αφειδώς μέσα από την χαρά του υπάρχω και επικοινωνώ. Τον χαιρετισμό εκείνης της πρώτης επίσκεψης τον διαδέχτηκαν και μερικές ακόμα επισκέψεις που έκανα στο κατάστημα για ψώνια αφήνοντας μου κάθε φορά την ίδια αίσθηση της απλότητας και της καθαρότητας για αυτό που λέμε «ζωή».
Έχει τύχει αρκετές φορές να παρατηρώ τους ανθρώπους (όπως έκανε ο ξανθός μπόμπιρας) σαν συζητούν μεταξύ τους και βλέπω μια αγωνία που εκφράζουν ψάχνοντας να βρουν το φθηνότερο προϊόν μέσα από τις αγορές τους. Συνήθως δεν συζητούν για το «καλό» αλλά για το «φθηνό» και τούτο δεν είναι γέννημα της οικονομικής δυσπραγίας του τελευταίου διαστήματος, αλλά υπήρχε (σαν θυμάμαι) από την εποχή της αλητείας του χρηματιστηρίου των νέο-ελλήνων που νόμιζαν ότι μετέχουν ως συν-διαχειριστές του καπιταλισμού. Φαντάζομαι ότι η μέσα σκέψη τους θα ήταν «Μπράβο μου που επιβιώνω ως έξυπνος επικερδώς». Δυστυχώς μέσα από αυτή τη φιλοσοφία δεν υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες επιβίωσης τέτοιων καταστημάτων σε τούτες τις μέρες. Όσο λοιπόν το μοντέλο που μετρά την προσφορά και τη ζήτηση με όρους κέρδους χωρίς υπάρχουσα κοινωνική πολιτική σε μια ασύδοτη οικονομία χωρίς ανθρωποκεντρική φιλοσοφία, για τον (κάθε) ξανθό μπόμπιρα δεν είναι σίγουρο ότι θα έχει μνήμες που θα κρατήσουν πολύ χρόνο μέσα σε τέτοια απλά καθαρά και λιτά μαγαζιά. Για να το κάνω λιανά αυτό, σημαίνει ότι σε όλες τις "πολιτισμένες" χώρες τα μεγάλα καταστήματα βρίσκονται πάντα σε μια απόσταση αρκετά μεγάλη έξω από τον οικιστικό ιστό, ενώ στο Ελλαδιστάν της αλητείας και της συναλλαγής, όλα τα μεγάλα καταστήματα βρίσκονται ακριβώς μέσα στην καρδιά της κάθε πόλης… Βέβαια δεν υπάρχει κανένας που τον φωτογράφησαν με το χέρι προτεταμένο και τα χρήματα της συναλλαγής στην χούφτα του…. ώστε να αποδώσουμε ιδιοτέλεια στις όποιες αποφάσεις της νομοθετικής- εκτελεστικής εξουσίας. Ούτε ακόμη υπάρχει πιθανότητα να πουν σε κρατικούς λειτουργούς «Πόθεν έσχες» όλα τούτα , μέσα από μια απορία πως ένας όντας (πρώην ρακένδυτος) πολιτικάντης ή ακόμη και ένας δημόσιος κομματικός (πρώην πειναλέος) υπάλληλος μπορεί να έχουν τέτοιες επιτυχίες στο "ευ ζειν" τους.
Παλιότερα με είχε απασχολήσει το κατά πόσον ευθύνεται για την πνευματική ανωριμότητα (δηλαδή την πολιτική ανάξια σκέψη) του κόσμου η «ελεήμων προσφορά» μέσα από έννοιες όπως είναι η αγάπη και η ανθρωπιά… Αυτό που οφείλει να κάνει μια οργανωμένη κοινωνία δεν δικαιούνται να το λειτουργούν οι άνθρωποι μεμονωμένα έστω και αν έχουν την πρόφαση να σώσουν την ψυχή τους. Όταν ακούω να λέει κάποιος «Είμαι Καλός άνθρωπος» μου έρχεται μια φαγούρα μέσα στην παλάμη και θυμάμαι τα σχολικά μας χρόνια που χωρίς δισταγμό την προσγειώναμε στο σβέρκο του ανόητου κατά την κρίση μας. Τώρα βέβαια η σοβαρότητα της ηλικίας καθώς και η αίσθηση της σιχασιάς στην περιοριστική σκέψη απλά αναπτύσσει το βήμα σε αντίθετη κατεύθυνση από ότι άρρωστο βλέπω μπροστά μου.
Έτσι λοιπόν για να επανέλθω στο μανάβικο και στις όμορφες χορογραφίες του μπόμπιρα, μου δημιουργήθηκαν αρκετά ερωτήματα με την απαίσια ταύτιση μας πίσω από την πρόταση «Έτσι είναι ο κόσμος» που την λειτουργούμε για να αφήνουμε έξω από την ευθύνη μας ότι νοιώθουμε ότι είναι άδικο. Όταν βλέπω παιδιά, αισθάνομαι ότι τίποτε δεν έχει χαθεί ακόμα έστω και αν τα εκπαιδεύουμε στα αχνάρια της σκέψης μας για να τα κάνουμε άρρωστα και παραμορφωμένα πλάσματα όπως εμείς ως υπήκοοι όμοιοι με τους κυβερνήτες μας και τους οικονομικούς μας παράγοντες. Όλη η κοινωνική εκπαίδευση ακόμη και μέσα από την υποτιθέμενη τέχνη που μοιράζεται μαζικά στο πόπολο, φροντίζει να μην χαθεί το καλούπι ενός θρασύδειλου αλήτη που είναι η προσωπογραφία του μέσου ανθρώπου ή αλλιώς του επονομαζόμενου «φυσιολογικού».
Αν είναι (ως υπέρβαση εποχής) να κάνουμε το οτιδήποτε που θα αφορά σε μια προσφορά ευζωίας σε μικρούς μπόμπιρες που υπάρχουν γύρω μας, είναι να δημιουργήσουμε επιτέλους τις δομές για ένα κράτος που θα στηρίζεται σε μια άλλη φιλοσοφία πέρα από αυτή που εισπράττουμε ως θύματα ή αποδίδουμε ως θύτες κατά καιρούς στην αρένα της ζωής μας. Αυτή η φιλοσοφία της σκέψης μας ήδη έχει ανοιχτές πληγές που κυριολεκτικά βρωμούν όσο και να έχουμε συνηθίζει τη βρώμα και να νομίζουμε ότι είναι μια ακόμη οσμή γύρω μας…
Βέβαια οι οπαδοί της φιλοσοφίας που απέτυχε και θεοποιεί το ατομικό κέρδος σε μια ασύδοτη ελεύθερη αγορά, πάντα θα αναμασούν το ρητό του που λέει «Ο θάνατος σου η ζωή μου» … και το πιο θλιβερό είναι ότι αυτοί οι ανόητοι δεν είναι πάντα φτωχοί και αμόρφωτοι … αλλά ενίοτε πλούσιοι και δύσμορφοι… και ακόμη να μην ξεχνάμε ότι κυρίως είναι θρασύδειλοι για τις απολαβές όσων δεν δικαιούνται απέναντι στη θεία Νέμεση γιατί στη νομοθετημένη δικαιοσύνη, δεν υπάρχει απολογία (άρα και τιμωρία) στο σπίτι των Ντάλτον και αυτό είναι γνωστό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.