ΤΟ ΠΕΙΣΜΑΤΑΡΙΚΟ ΣΥΝΝΕΦΟ

.
 
Ένα παραμύθι που έφτιαξα γιατί το ζήτησε η μικρή μου κόρη και το χαρίζω σε όλους τους μικρούς και μεγάλους που κρύβουν μέσα τους ένα παιδί.
Περιμένω ακόμη από μια όμορφη ταλαντούχα δεσποινίδα την Δανάη, να μου στείλει την εικαστική εκδοχή του παραμυθιού που θα αναρτηθεί ως εικόνα να το συνοδεύει.
Ας κάνουμε Πολιτική Σχέσεων τα όνειρα της γνώσης μας γιατί τούτο ίσως είναι η ουσία της ζωής.

(Σήμερα 24 Απριλίου παρέλαβα την όμορφη ζωγραφιά της Δανάης και αμέσως πήρε την θέση της ώστε να ομορφαίνει το παραμύθι τούτο)  



Το πεισματάρικο σύννεφο 
Του Κώστα Ζωγραφόπουλου


Μια φορά κι΄ έναν καιρό, ήταν ένα μικρό χωριό που είχε όμορφα μικρά σπιτάκια. Τα μικρά σπιτάκια του ήσαν χτισμένα από πέτρα και ξύλο πάνω σε μια πλαγιά. Πιο ψηλά από τις κόκκινες σκεπές τους βρισκόταν το μεγάλο μυτερό βουνό. Σαν στεκόταν κάποιος στους δρόμους του έβλεπε στο βάθος της πλαγιάς ένα απέραντο κάμπο με δέντρα και χωράφια που χανόταν στο βλέμμα.

Σε ένα από τα όμορφα αυτά μικρά σπίτια ζούσε και ένα κοριτσάκι που το όνομα του ήταν Ίρις. Εκείνο το πρωινό βγήκε στο πλάτωμα της αυλής του και ενώ ήταν έτοιμο να παίξει με τις αγαπημένες του κούκλες, βάλθηκε να κοιτά με περιέργεια το ψηλό βουνό που άχνιζε η κορυφή του σαν να ήταν καμινάδα από τζάκι.
Ένα μικρό σύννεφο άρχισε να σχηματίζεται που έμοιαζε σαν κουκλάκι με στρουμπουλά μαγουλάκια.
Της φάνηκε πως έβγαλε το μικρό του χέρι από το πλάι και την χαιρετούσε. Έτσι δεν έχασε την ευκαιρία να κάνει και αυτή το ίδιο με το δικό της χέρι κοιτώντας το επίμονα. Ναι τώρα ήταν σίγουρη ότι αυτό ήταν το χέρι του και του φώναξε

- Γεια σου συννεφάκι

Δεν πέρασαν δυο στιγμές, ίσα που πρόλαβε να ανοιγοκλείσει τα μάτια της και να γλύψει με τη γλώσσα τα χείλη της που είχαν την γλύκα από το πρωινό με το μέλι, και άκουσε μια φωνή μακρινή από το σύννεφο.

- Γεια σου κοριτσάκι


Τώρα ήταν σίγουρη πως την έβλεπε και άρχισε να χοροπηδά από τη χαρά της που είχε ένα φίλο τόσο ψηλά στο αγαπημένο της βουνό.
Το σύννεφο τέντωσε τα χέρια του και χασμουρήθηκε ανοίγοντας το στόμα που ήταν στο κέντρο από τα δύο όμορφα μάγουλα.
- Ωραία που είναι να βλέπεις τον κόσμο από εδώ πάνω (είπε το σύννεφο)

Δεν πρόλαβε να τελειώσει το τέντωμα του και ο αέρας το έσπρωξε με δύναμη κάνοντας το να ξεκολλήσει λίγο από την κορυφή, αλλά αυτό πρόλαβε να κρατηθεί με την άκρη του. Από δίπλα του έβγαιναν και άλλα μικρά συννεφάκια που είχαν διαφορετικά σχήματα. Ένα έμοιαζε με γουρουνάκι, κάποιο άλλο με μια τούρτα και ένα τρίτο σαν τη σκούπα που είχε η μαμά της Ίριδας.
Όλα τα συννεφάκια άφηναν την κορφή και αργά απομακρύνονταν στον ουρανό πετώντας ψηλά για να φτάσουν τα μεγάλα σύννεφα. Εκείνο όμως δεν ήθελε να φύγει από την κορυφή που ήταν γαντζωμένο.

- Γιατί δεν φεύγεις να ταξιδέψεις; (του φώναξε η Ίριδα)
- Δεν θέλω να πάω μαζί με τα άλλα σύννεφα (της αποκρίθηκε) γιατί αν πάω ψηλά θα γίνω βροχή, θα πέσω στο χώμα και δεν θα μπορώ να βλέπω την όμορφη θέα.

Όλη την υπόλοιπη μέρα η Ίριδα έριχνε κλεφτές ματιές στην κορυφή και έβλεπε το σύννεφο να τραμπαλίζεται από τον άνεμο, αλλά παρόλα τούτα να κρατιέται γερά από την κορυφή. Έφτασε το βράδυ και πριν πάει για ύπνο έριξε πάλι μια ματιά στην κορυφή που την φώτιζε ακόμη ο ήλιος που έδυε πέρα στον κάμπο. Το βράδυ σαν ήταν περίεργη με το τι έκανε το μικρό σύννεφο, σηκώθηκε να κοιτάξει από το παράθυρο της και το είδε να είναι ακόμη εκεί ανάμεσα στα αστέρια και να κρατιέται με κόπο. Φαινόταν στο ασημί φως του φεγγαριού η κούραση του, αλλά δεν έλεγε να αφήσει την διάθεση χαράς που είχε σαν νικούσε τον άνεμο μένοντας σταθερό.

Την άλλη μέρα το πρωί, η Ίριδα έτριψε τα μάτια της πριν πάει να πλυθεί και κοίταξε από το παραθύρι. Το σύννεφο είχε κουραστεί όλη τη νύχτα να είναι ξάγρυπνο και να βαστάει την κορυφή να μην το πάρει ψηλά στον ουρανό ο αέρας. Τα μάτια του είχαν κάτι σκούρους κύκλους από την νύστα και το χέρι του που την χαιρετούσε χθες με χαρά, είχε πέσει πιο κάτω από την κούραση.
Βγήκε έξω και τρέχοντας στο ίδιο σημείο της αυλής του φώναξε.

- Καλημέρα συννεφάκι.

Αυτή τη φορά η μακρινή φωνή ήταν λίγο πιο κουρασμένη και της είπε:

- Καλημέρα! Τι όμορφα που είναι εδώ πάνω, κουράστηκα αλλά άξιζε . Τώρα που το συνήθισα θα μείνω για πάντα και θα μιλάμε κάθε πρωί που θα βγαίνεις από το σπίτι σου. Ρώτα με ότι θες να στο πω από εδώ τα βλέπω όλα.

Η Ίριδα για μια στιγμή σκέφτηκε πως το σύννεφο ήταν ένας φίλος που θα την μάθαινε πολλά πράγματα, αλλά αμέσως θυμήθηκε τα λόγια του μπαμπά της που έλεγε πως είναι όμορφο να ταξιδεύουμε οι ίδιοι και να βλέπουμε ότι θέλουμε στον κόσμο.

- Όχι συννεφάκι (του φώναξε) δες εσύ ότι σου αρέσει και εγώ θα πάω με τους γονείς μου ταξίδι και θα γνωρίσω τον κόσμο πέρα από τον κάμπο. Μου αρκεί που βλέπω εσένα. Όμως γιατί δεν αφήνεις τον εαυτό σου να πετάξεις ψηλά, να γίνεις βροχούλα και να έρθεις κοντά μου;

Το μικρό σύννεφο ήδη αισθανόταν μοναξιά και κουρασμένο από την προσπάθεια να κρατιέται στο ίδιο σημείο. Άσε που ένιωσε πως δεν ήταν χρήσιμο στην Ίριδα. Ήταν όμως πολύ πεισματάρικο για να αφήσει την κορυφή και να ταξιδέψει μαζί με όλα τα άλλα και της φώναξε.

- Μπα θα κάτσω εδώ μου αρέσει να βλέπω τον κόσμο.

Η Ίριδα του χαμογέλασε και συνέχισε τις δουλειές και τα παιχνίδια που είχε να κάνει μέσα στην ημέρα της.
Το βράδυ που χτυπούσε τα παραθυρόφυλλα δυνατά ο αέρας, πήγε στο τζάμι του δωματίου της και κοίταξε προς την κορυφή. Το μικρό σύννεφο στο λίγο φως του φεγγαριού χτυπιόταν σαν μπαλόνι από τον άνεμο και για μια στιγμή το λυπήθηκε.

Το πρωί βγήκε από το σπίτι και δίσταζε να κοιτάξει την κορυφή γιατί περίμενε να δει το σύννεφο τραυματισμένο από την ταλαιπωρία όλο το βράδυ.
Όταν σήκωσε τα μάτια της, είδε το σύννεφο που ήταν ακόμη πιασμένο στην κορυφή. Είχε χάσει το καπέλο του, το ένα του μανίκι και έμοιαζε να είναι άρρωστο σαν να είχε πολύ πυρετό. Δεν του μίλησε για να μην το ταλαιπωρήσει, ενώ άκουσε μια πολύ αδύναμη φωνή να της λέει:

- Κοριτσάκι , αν γίνω βροχή θα με πάρεις αγκαλιά με τα χέρια σου; Κουράστηκα να βλέπω τον κόσμο από ψηλά. Θέλω να κατέβω μέσα σε αυτόν.

Η Ίριδα χάρηκε που έβαλε μυαλό το μικρό συννεφάκι και αντί να του πει λόγια, άνοιξε διάπλατα τα χέρια της και του έστειλε ένα μεγάλο χαμόγελο.
Εκείνη τη στιγμή το σύννεφο ξέμπλεξε το μακρύ του πόδι από την κορυφή και άρχισε να ταξιδεύει αργά προς τα άλλα σύννεφα. Το πρόσωπο του χάθηκε και τη θέση του πήρε μια μεγάλη καρδιά που όσο ταξίδευε ψηλά χανόταν από τα μάτια.
Ή Ίριδα το παρακολουθούσε καθώς έμπαινε μέσα στα πυκνά σύννεφα και εκείνη τη στιγμή είδε μια αστραπή που την ακολούθησε μια δυνατή βροντή.

Ο αέρας έγινε υγρός και όλα τα σύννεφα ετοιμάστηκαν να βοηθήσουν τη μικρή καρδιά του σύννεφου να κατέβει γρήγορα στη γη να ξεκουραστεί.
Οι πρώτες χοντρές σταγόνες δεν άργησαν να πέσουν γύρω από την Ίριδα και μια ωραία μυρωδιά γέμισε την αναπνοή της.
Συνέχισε να έχει ανοιγμένη την αγκαλιά της και το πρόσωπο της στραμμένο προς τον ουρανό, ενώ περίμενε να την ακουμπήσει το συννεφάκι που το είχε αγαπήσει γιατί όπως αυτή μάθαινε από τα λάθη του.

Τα χέρια της αισθάνθηκαν τα απαλά χάδια με σταγόνες από τα μάγουλα του μικρού σύννεφου. Πιο πολύ όμως αισθάνθηκε τις στάλες που έπεσαν στο πρόσωπο της και ακόμη πιο πολύ αυτές που έβρεξαν τα χείλη της. Ήξερε ότι ήταν από την κουρασμένη καρδιά του σύννεφου και ένιωσε το φιλί που της έδωσαν.
Οι σταγόνες από το σύννεφο ξεδίψασαν πολλά ζωάκια και πότισαν πολλά φυτά που έκαναν καρπούς και τρώγοντας τους τραγούδησαν όλοι μαζί οι φίλοι της Ίριδας.

Όσο περνούσαν τα χρόνια είδε ξανά πολλές φορές την όμορφη θέα το σύννεφο από την κορυφή του βουνού, αλλά δεν κρατιόταν πια από αυτό. Ήθελε να κάνει τον κύκλο του και να φτάσει στην αγκαλιά της Ίριδας που ήξερε ότι θα το περιμένει πάντα.

Μεγάλωσε και η Ίριδα και έγινε ολόκληρη κοπέλα που την αγάπησε ένα όμορφο παλικάρι. Έμαθε και σε αυτόν την ιστορία που είχε ζήσει ως μικρή και οι δυο τους την έμαθαν και στα παιδιά τους. Τώρα πια όταν άρχιζε να βρέχει άπλωναν όλοι τα χέρια τους και ένιωθαν την αγάπη του μικρού σύννεφου που πάντα ερχόταν πάνω τους για να πάρει και να δώσει ότι πιο όμορφο είχε μέσα του. Αυτή η επιθυμία για την όμορφη συνάντηση το έκανε να ταξιδεύει χιλιόμετρα για τούτη τη στιγμή.
Μα και η οικογένεια της Ίριδας ήξερε να περιμένει αυτή την όμορφη στιγμή από το φιλί που έδιναν οι σταγόνες στα χείλη τους μια και ήξεραν την ιστορία.
Είχαν μάθει πως αυτό που έκανε το σύννεφο να έρχεται , ήταν η αγάπη για τη ζωή που πάντα ξεκινά από μικρά λάθη.
Δεν ήταν τούτο λίγο….

Και έτσι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

4 σχόλια:

  1. Όσο ψηλά να είναι κάποιος όσο όμορφα και να περνά φτάνει μια αγγαλιά και ας είναι στα χαμηλά
    Πολύ ωραιο παραμύθι

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος29/3/12

    Tι όμορφο παραμύθι...τι όμορφη αλήθεια !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος11/4/12

    Γιατι δεν μας γραφεις και αλλα παιδικα...
    Πολυ καλο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Απαντώντας στους αγαπητούς φίλους που με την καλοσύνη τους εξέφρασαν την ευχαρίστηση τους για ότι διάβασαν, θα ήθελα να πω ότι τα όμορφα στη ζωή μας είναι αυτά που έχουν βαθύτερο λόγο να γίνουν και να εκφραστούν χωρίς να τα βιάζουμε.
    Ίδωμεν... για περισσότερα...
    Η ζωή πάντα έχει εκπλήξεις και ανατροπές.

    ΑπάντησηΔιαγραφή