.
Πάντα σε κεντρική θέση βρίσκεται ο καφενές του κάθε χωριού.
Ο δικός μας παλιός καφενές χτισμένος σε ένα περίοπτο πλάτωμα πάνω από την βρύση της πλατείας , άφηνε τα τραπεζάκια του να απλώνονται σε μια θέα των βουνών πέρα από το χωριό. Σχεδόν μόνιμοι στις θέσεις που διάλεγαν έκαναν την Κυριακή τους μια γιορτή συνεύρεσης ο καθένας με την κοινωνική του ιεράρχηση που μέσα της έκρυβε τις συμπάθειες και τις αποστάσεις που κρατούσαν μεταξύ τους.
Δεν γίνεται ο Έλληνας να αποφύγει την νοητική του διαστρωμάτωση , ούτε να μην κρύψει πίσω από την στάση του τις συγκλίσεις και αποκλίσεις με ανθρώπους.
Τα «κουρεία» και τα «λουτρά» των παλιών προγόνων με τους χιτώνες αντικαταστάθηκαν από τα καφενεία τετρακοσίων χρόνων συνήθειας, όμως κάτι κράτησαν από το ύφος αγόρευσης. Πάντα τα πηγαδάκια των βλεμμάτων που συναντιούνταν ήσαν στραμμένα στον Πρόεδρο, τον Παπά , τον Δάσκαλο και το πίσω μέρος του κεφαλιού θα άφηνε το αυτί να στραφεί διακριτικά μαζί με χαμόγελο στον τρελό του κάθε χωριού. Ένα θεατρικό δρώμενο ήταν ο «παράλογος» λόγος που το είχαν ανάγκη , αλλά πρόσεχαν πολύ να μην δώσουν σημάδια ταύτισης μαζί του , για λόγους κοινωνικής ταυτότητας.
Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει , αν δεν γκρεμίζονταν τα κουρεία και τα λουτρά πως θα ήταν ο πολιτισμός , αλλά η ιστορία δεν σηκώνει υποθέσεις…
Το αναπάντεχο μέσα στα όρια της τελετουργίας της συνήθειας, ήταν η ζωή …
Τα καφενεία γίνανε παρακμασμένα στις πόλεις και αργότερα καφετέριες με θαμώνες, τραγουδήθηκαν και ταυτίστηκαν με διάφορες εποχές μέχρι σήμερα.
Σε κάτι τέτοια μέρη συναντήθηκαν τα ανήσυχα πνεύματα των δημιουργών καθώς και οι φοβισμένες ματιές των εσωτερικών μεταναστών τις προηγούμενες δεκαετίες.
Θυμάμαι στο δικό μας κυριακάτικο καφενέ, την ταυτότητα που αποκτούσε ο κάθε επισκέπτης του μέσα από το χαιρετισμό των παρακαθήμενων.
«Τι κάνς Κουστάκ» ήταν μια χαμογελαστή απεύθυνση στην εφηβική μου προσέγγιση στο χώρο. Δεν έλειπαν βέβαια και τα αξιολογικά πειράγματα από μερικούς που έβαζαν ερωτήματα δύσκολα για ένα άνθρωπο που δεν είχε την δική τους εμπειρία στο χώρο ζωής του χωριού. Το χαμόγελο όμως και η αποδοχή της ταυτότητας έκανε τα πνεύματα να έχουν μια όμορφη εκφραστική αταξία που έβγαζε μεν αμηχανία , αλλά όλο αυτό παραδόξως έμοιαζε να εντάσσεται μέσα σε μια αρμονία της στιγμής.
Σήμερα η εκφραστική αταξία , έφυγε από τον χώρο και μπήκε βαθειά μέσα μας, αφανίζοντας το χαμόγελο από την απροσδιόριστη απεύθυνση του στο χώρο.
Μόνο ένας χαζοχαρούμενος θα γελάει προς κάθε κατεύθυνση όταν μπαίνει στην διακοσμημένη καφετέρια με στοιχεία εντύπωσης … μιας άλλης ζωής στους τοίχους.
Η "εντύπωση" είναι πλέον η βασική δομή της σκέψης του επισκέπτη ως ατομική στάση ζωής, μακριά από τα απαρέμφατα του «νοιώθειν» και «συνυπάρχειν»…
Η μόνη παρήγορη διαφορά , είναι ότι τα συναισθήματα μας δεν είναι ιστορία , αλλά έχουμε την επιλογή να τα διαχειριστούμε και να οδηγήσουμε το δικό μας θέλω στην κοινωνία που εμείς επιλέγουμε.
Τα τρομαγμένα κοπάδια , πάντα οδηγούνται καλύτερα και αυτό είναι κάτι που αξίζει να το ξέρουμε μήπως και κάποια στιγμή το διαχειριστούμε. Το μυστικό είναι να μη βλέπουμε δίπλα μας , αλλά το σημείο που ακούγεται η φωνή που μας τρομάζει.
Θα εκπλαγούμε αν διαπιστώσουμε ότι είναι μια μικρή σφυρίχτρα που δεν είναι καθόλου απειλητική.
Το κράτημα της αίσθησης ενός καφενέ που η θέα του είναι στα απέναντι βουνά, είναι κάτι που σίγουρα μας βοηθά στις καφετέριες με ορατότητα σε ένα απέναντι τοίχο … έστω και αν μας παραπλανούν με την διακόσμηση του.
Τελικά πάντα έχουμε ένα Καφενέ, στη σκέψη μας… και το μόνο που ορίζουμε είναι η προσωπική εκδοχή της μορφής του.
Πάντα σε κεντρική θέση βρίσκεται ο καφενές του κάθε χωριού.
Ο δικός μας παλιός καφενές χτισμένος σε ένα περίοπτο πλάτωμα πάνω από την βρύση της πλατείας , άφηνε τα τραπεζάκια του να απλώνονται σε μια θέα των βουνών πέρα από το χωριό. Σχεδόν μόνιμοι στις θέσεις που διάλεγαν έκαναν την Κυριακή τους μια γιορτή συνεύρεσης ο καθένας με την κοινωνική του ιεράρχηση που μέσα της έκρυβε τις συμπάθειες και τις αποστάσεις που κρατούσαν μεταξύ τους.
Δεν γίνεται ο Έλληνας να αποφύγει την νοητική του διαστρωμάτωση , ούτε να μην κρύψει πίσω από την στάση του τις συγκλίσεις και αποκλίσεις με ανθρώπους.
Τα «κουρεία» και τα «λουτρά» των παλιών προγόνων με τους χιτώνες αντικαταστάθηκαν από τα καφενεία τετρακοσίων χρόνων συνήθειας, όμως κάτι κράτησαν από το ύφος αγόρευσης. Πάντα τα πηγαδάκια των βλεμμάτων που συναντιούνταν ήσαν στραμμένα στον Πρόεδρο, τον Παπά , τον Δάσκαλο και το πίσω μέρος του κεφαλιού θα άφηνε το αυτί να στραφεί διακριτικά μαζί με χαμόγελο στον τρελό του κάθε χωριού. Ένα θεατρικό δρώμενο ήταν ο «παράλογος» λόγος που το είχαν ανάγκη , αλλά πρόσεχαν πολύ να μην δώσουν σημάδια ταύτισης μαζί του , για λόγους κοινωνικής ταυτότητας.
Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει , αν δεν γκρεμίζονταν τα κουρεία και τα λουτρά πως θα ήταν ο πολιτισμός , αλλά η ιστορία δεν σηκώνει υποθέσεις…
Το αναπάντεχο μέσα στα όρια της τελετουργίας της συνήθειας, ήταν η ζωή …
Τα καφενεία γίνανε παρακμασμένα στις πόλεις και αργότερα καφετέριες με θαμώνες, τραγουδήθηκαν και ταυτίστηκαν με διάφορες εποχές μέχρι σήμερα.
Σε κάτι τέτοια μέρη συναντήθηκαν τα ανήσυχα πνεύματα των δημιουργών καθώς και οι φοβισμένες ματιές των εσωτερικών μεταναστών τις προηγούμενες δεκαετίες.
Θυμάμαι στο δικό μας κυριακάτικο καφενέ, την ταυτότητα που αποκτούσε ο κάθε επισκέπτης του μέσα από το χαιρετισμό των παρακαθήμενων.
«Τι κάνς Κουστάκ» ήταν μια χαμογελαστή απεύθυνση στην εφηβική μου προσέγγιση στο χώρο. Δεν έλειπαν βέβαια και τα αξιολογικά πειράγματα από μερικούς που έβαζαν ερωτήματα δύσκολα για ένα άνθρωπο που δεν είχε την δική τους εμπειρία στο χώρο ζωής του χωριού. Το χαμόγελο όμως και η αποδοχή της ταυτότητας έκανε τα πνεύματα να έχουν μια όμορφη εκφραστική αταξία που έβγαζε μεν αμηχανία , αλλά όλο αυτό παραδόξως έμοιαζε να εντάσσεται μέσα σε μια αρμονία της στιγμής.
Σήμερα η εκφραστική αταξία , έφυγε από τον χώρο και μπήκε βαθειά μέσα μας, αφανίζοντας το χαμόγελο από την απροσδιόριστη απεύθυνση του στο χώρο.
Μόνο ένας χαζοχαρούμενος θα γελάει προς κάθε κατεύθυνση όταν μπαίνει στην διακοσμημένη καφετέρια με στοιχεία εντύπωσης … μιας άλλης ζωής στους τοίχους.
Η "εντύπωση" είναι πλέον η βασική δομή της σκέψης του επισκέπτη ως ατομική στάση ζωής, μακριά από τα απαρέμφατα του «νοιώθειν» και «συνυπάρχειν»…
Η μόνη παρήγορη διαφορά , είναι ότι τα συναισθήματα μας δεν είναι ιστορία , αλλά έχουμε την επιλογή να τα διαχειριστούμε και να οδηγήσουμε το δικό μας θέλω στην κοινωνία που εμείς επιλέγουμε.
Τα τρομαγμένα κοπάδια , πάντα οδηγούνται καλύτερα και αυτό είναι κάτι που αξίζει να το ξέρουμε μήπως και κάποια στιγμή το διαχειριστούμε. Το μυστικό είναι να μη βλέπουμε δίπλα μας , αλλά το σημείο που ακούγεται η φωνή που μας τρομάζει.
Θα εκπλαγούμε αν διαπιστώσουμε ότι είναι μια μικρή σφυρίχτρα που δεν είναι καθόλου απειλητική.
Το κράτημα της αίσθησης ενός καφενέ που η θέα του είναι στα απέναντι βουνά, είναι κάτι που σίγουρα μας βοηθά στις καφετέριες με ορατότητα σε ένα απέναντι τοίχο … έστω και αν μας παραπλανούν με την διακόσμηση του.
Τελικά πάντα έχουμε ένα Καφενέ, στη σκέψη μας… και το μόνο που ορίζουμε είναι η προσωπική εκδοχή της μορφής του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.