.
Τις φορές που κάθομαι στο πληκτρολόγιο του υπολογιστή για να σκαρώσω ένα κείμενο του διαδικτύου, το μόνο σίγουρο είναι πως δεν έχω αποφασισμένο το περιεχόμενο των σκέψεων που θα πληκτρολογήσουν τα δάκτυλα μου.
Πάντα έχω τέσσερα ή πέντε θέματα που έχουν εντυπωθεί στην εσωτερική μου παρατήρηση και αφήνω την διάθεση της στιγμής να υλοποιήσει την γραφή.
Σήμερα λοιπόν κάθισα στην οθόνη μπροστά αναλογιζόμενος ένα μήνυμα που πήρα από την φίλη μου Μαρία, μια και παρατήρησε κάποιο αραίωμα των νέων αναρτήσεων στο blog το τελευταίο διάστημα. Της υποσχέθηκα όμως απαντώντας να γράψω «κατά παραγγελία» μια και η δημιουργία μπορεί να υφίσταται μέσα από εντολές επιθυμιών, αλλά και περιοριστικά χρονοδιαγράμματα υλοποίησης.
Θα εγκαινιάσουμε λοιπόν μια γραφή σε ετούτο το άρθρο που θα απευθύνεται στην καλή μου φίλη, αφήνοντας ορθάνοιχτο το παράθυρο της ανάγνωσης από τους υπόλοιπους που βρίσκονται στη σκιά της οθόνης τους και επιλέγουν το ξόδεμα του πολύτιμου χρόνου τους στην ανάγνωση ετούτου του δικτυακού τόπου.
Λοιπόν αγαπητή Μαρία, Θα σου φανεί περίεργο, αλλά το θέμα θα είναι ένα λευκό πουκάμισο. Για να το κάνω πιο συγκεκριμένο δεν είναι ένα οποιοδήποτε λευκό πουκάμισο αλλά ένα που παρατήρησα κρεμασμένο σε μια κόγχη κάπου τέσσερα μέτρα πάνω από το έδαφος, κρεμασμένο σαν παλιό κουφάρι και σχισμένο ως ράκος από το χρόνο.
Όμως ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή.
Κάπου στο κέντρο του Πειραιά υπήρχε ένα Νεοκλασικό κτίριο που το έβλεπα πριν μια εικοσαετία περίπου να στέκει εγκαταλελειμμένο, σε μια εποχή κατά την οποία μετέτρεπα τον φόβο για ζωή σε δράση για το μέλλον, χωρίς παρατήρηση του παρόντος μου. Με άλλα λόγια μιλώ για τις εποχές που ζούμε δραστήρια οι άνθρωποι μέσα από το μύθο που θέλει να υπηρετούμε το «αύριο» της σκέψης μας. Στην πραγματικότητα χάνουμε «κύκλους» ζωής και όμορφες συνυπάρξεις για να εξωραΐσουμε κάτι που ποτέ δεν έρχεται όπως το σχεδιάζουμε. Πέρασαν λοιπόν τα χρόνια και λειτούργησα τη ζωή μου ελευθερώνοντας τις σκέψεις για έλεγχο του μέλλοντος, δίνοντας παράλληλα την αγάπη μου σε ότι επιλογές έκανα στα τότε χρόνια της προσωπικής μου μαθητείας στη ζωή.
Πριν δύο εβδομάδες περίπου το αυτοκίνητο μου πέρασε από τα ίδια μέρη φέρνοντας στο μυαλό μου όμορφες αναμνήσεις μιας ζωής που φτιάχτηκαν από ένα ανήσυχο βλέμμα κάτω από μαύρα αφιλοσόφητα μαλλιά. Το πόδι μου σηκώθηκε απότομα από το πεντάλ του γκαζιού για να κόψει ταχύτητα στο αυτοκίνητο σαν παρατήρησα πως τα ντουβάρια του παλιού σπιτιού είχαν εξαφανιστεί και αντικατασταθεί από τις γνωστές λαμαρίνες περίφραξης των υπό οικοδόμηση χώρων. Το βλέμμα μου το τράβηξαν οι δύο τοίχοι στο βάθος του οικοπέδου που παρέμεναν ακόμα όρθιοι έχοντας μπροστά τους ένα άδειο χώρο από σπίτι.
Πάρκαρα πρόχειρα το αυτοκίνητο στο στενό που διάβαινα πιάνοντας χωρίς δεύτερη σκέψη την φωτογραφική μου μηχανή. Ένοιωσα πως ήταν βάρβαρη η θανάτωση ενός κτιρίου σαν αφήνουν τμήματα του σε μια κοινή θέα που κρατούν ακόμη προσωπικά στοιχεία της ζωής που πέρασε από τους χώρους του. Μεγαλύτερη εντύπωση μου προξένησε μια εσωτερική κόγχη του τοίχου που φιλοξενούσε ακόμη μέσα της δύο κρεμάστρες και ένα άσπρο πουκάμισο φαγωμένο από το χρόνο και εκτεθειμένο στις σκόνες που έχουν τα βλέμματα των περαστικών. Το ιδιωτικό της ζωής που φιλοξενούσε το σπίτι κάποτε, είχε γίνει πλέον ένα τίποτα σε μια κοινή θέα ανθρώπων που βλέπουν μόνο το «μέλλον» εξυπηρετώντας τον φόβο του παρόντος. Το χειρότερο που συνέβαινε μέσα από την διαπίστωση μου ήταν ότι ετούτο το ρακόμορφο πουκάμισο ήταν αθέατο στις ανάγκες των περαστικών.
Φορέθηκε από κάποιον που έζησε λύπες, χαρές, αμηχανίες και έκλεισε τη ζωή του αφήνοντας ένα μικρό αποτύπωμα προσεγμένο μέσα σε μια πέτρινη ντουλάπα για να περάσει ο ίδιος και το αποτύπωμα του στη λήθη μιας πολύβουης γειτονιάς που ζει στα απρόσωπα διαμερίσματα την δική της ανυπαρξία.
Θα μπορούσα να απαριθμήσω δεκάδες σκέψεις που ίσως ήταν καρφωμένες στα κεφάλια των περαστικών και έχουν να κάνουν με φοβικές πολιτικές εκτιμήσεις για το μέλλον τους, συγκεκριμένες δυσκολίες που προέρχονται από το βίωμα της ζωής τους, απωθημένα προσωπικά που σκληραίνουν το χαμόγελο, αλλά και έντονες επιθυμίες που δίνουν γεύση σε μια ζωή που καταναλώνεται ορίζοντας την επιθυμία του Εγώ τους σε «Είναι» της ύπαρξης τους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ζωή τους που μοιάζει σαν το κρεμασμένο πουκάμισο είναι αθέατη στα μάτια τους. Η ευκολία με την οποία οι άνθρωποι εξαφανίζουν την παρατήρηση βρίσκεται στο ότι δίνουν ουσιαστικά ονόματα και συγκριτικούς προσδιορισμούς για ότι υπάρχει γύρω τους θεωρώντας ότι δεν αφορά το «κάθε» παρατηρούμενο την δική τους υπέροχη ή κάποιες φορές δύσκολη ζωή. Η αντίληψη συμπεριφοράς μέσα από το «εγώ» και οι «άλλοι» κάνει αθέατη μια ολόκληρη ζωή που συμβαίνει γύρω μας σηκώνοντας πυκνούς ίσκιους φυλακής σε ένα στενό τοπίο μιας δράσης ανικανοποίητων αναγκών της καθημερινότητας.
Έτσι η πολιτική σκέψη γίνεται διαμαρτυρία στείρων επιθυμιών, οι σχέσεις των ανθρώπων γίνονται μέθοδοι επιβολής του ισχυρότερου φόβου, και ο έρωτας μετατρέπεται σε κατανάλωση της αυτοϊκανοποίησης μας.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η σκέψη δεν μπορεί να «δει» το κρεμασμένο πουκάμισο στα χαλάσματα γιατί φοβάται να δει κρεμασμένο στο τίποτα τον εαυτό του ο αφιονισμένος (από την απροσδιόριστη επιθυμία) παρατηρητής.
Ήθελα να ρωτήσω μερικούς περαστικούς δείχνοντας τους το κρεμασμένο πουκάμισο αν φαντάζονται το δικό τους που φοράνε σήμερα σε κάποια χρόνια που θα βρίσκεται… αλλά σεβόμενος τα όρια που μπορούν να σηκώσουν μέσα στην κατήφεια του βαδίσματος οι άνθρωποι, άφησα το χαμόγελο να γίνει σαρδόνιο κοιτώντας απλά το δικό μου λευκό πουκάμισο με το διακριτικό κέντημα στο μέρος της καρδιάς. Τι διαφορετικό πολιτικό λόγο θα είχαμε, πόσο αλλιώτικη κοινωνική συμπεριφορά θα επιλέγαμε και με ποιο τρόπο θα κοιτούσαμε στα μάτια το ερωτικό μας ποθούμενο σαν νοιώθαμε δικό μας κάθε τέτοιο παρατημένο στη λήθη πουκάμισο που πέρασε από τη ζέστη και την μυρωδιά κάποιου κορμιού προφανώς παρόμοιο με το δικό μας… Δυσανασχετούμε για όσα συμβαίνουν γύρω μας μπαίνοντας πιο βαθειά σε ένα φόβο προστασίας της αναπνοής μας λες και θα την κάνουμε να υπάρχει αιώνια κλείνοντας τα μάτια σε ότι συμβαίνει στους γύρω μας λέγοντας υποκριτικά και πάντα με υπολογισμό «Ευτυχώς δεν συνέβη σε εμένα».
Για να είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας, αυτή η σκέψη «σταυρώνει» στην συνήθεια του Πάσχα κάποιον άλλο που τον ονομάζουμε «Θεό» για να συνεχίσουμε εμείς να «τρώμε» τις επιθυμίες μας εξαγνιζόμενοι από την θυσία του άλλου χωρίς προσωπικό κόστος.
Θυμήθηκα τα λόγια του Λιαντίνη που δήλωνε πως η Φιλοσοφία είναι η μελέτη του Θανάτου μας, με μοναδικό στόχο να πάψουμε να τον φοβόμαστε και άρχισε εκείνο το ακίνητο στον απογευματινό ήλιο πουκάμισο να γίνεται ένα ιδιόμορφο φλάμπουρο μιας ζωής που την ξεχνάμε σε ντουλάπια για να την βρουν όσοι κατεδαφίζουν το παρελθόν για να φτιάξουν νέα ερμάρια που θα κρύψουν τις ζωές τους. Μαζί με το πουκάμισο ένοιωσα πως ήταν αθέατη και κάθε φιλοσοφική σκέψη μπροστά στις ανάγκες πόνου και ηδονισμού των ανθρώπων.
Μπήκα στο αυτοκίνητο και άφησα πίσω μου τον άνθρωπο από το παρελθόν που στεκόταν στο ανύπαρκτο πάτωμα και τοποθετούσε το ρούχο του μέσα στο ντουλαπάκι να χαθεί για πάντα στη λήθη του «νέου» που χτίζει τα επόμενα ερείπια μιας ζωής που απλά συμβαίνει χωρίς να έχει μέσα της ένα αξιοπρεπές ερώτημα του «Γιατί». Τέλος έφερα στην σκέψη μου πως η αλληλοεπίδραση των ανθρώπων μέσα στη ζωή γεννά πραγματικότητες που αξίζει να περιέχουν τα αληθινά μας κομμάτια μια και τούτο μόνο είναι ζωή…
Έτσι λοιπόν Μαρία, το κείμενο αυτό προέκυψε μέσα από την δική σου επιθυμία να προκαλέσεις τα δάκτυλα μου να χορέψουν στον υπολογιστή. Θα έλεγα ότι το κέντρο επιτυχίας της ζωής μας είναι να ζητάμε την αλήθεια μας πάντα στο φως της επικοινωνίας και τότε τα «Πάντα» μπορούν να συμβούν. Το πρόβλημα της αδυναμίας υλοποίησης των επιθυμιών μας ίσως βρίσκεται στο ότι η «Αλήθεια» δεν είναι κάτι έξω από εμάς και τους άλλους, παρά μας περιλαμβάνει όλους σε μια αρμονία και σαν δεν την βλέπουμε με αυτό τον τρόπο, απλά υπηρετούμε τα ζωτικά ψεύδη του «κτητικού» Εγώ μας, που συνήθως επί το λαϊκότερον «Τρώνε πόρτα» κάνοντας μας δυστυχισμένους και πάντα διαμαρτυρόμενους…
Εσύ αγαπητή Μαρία είχες γραφή που έκλεινε μέσα την «αγάπη» που ανοίγει πόρτες και δημιουργεί μικρές όμορφες ανθρώπινες στιγμές ακόμη και μέσα από κείμενα του διαδικτύου… Γιατί στην ουσία κανένας δεν κρύβεται πίσω από την οθόνη του μια και η ασφάλεια της σιωπής είναι ίδια με το αθέατο πουκάμισο της δικής μας ζωής.
Πάντα έχω τέσσερα ή πέντε θέματα που έχουν εντυπωθεί στην εσωτερική μου παρατήρηση και αφήνω την διάθεση της στιγμής να υλοποιήσει την γραφή.
Σήμερα λοιπόν κάθισα στην οθόνη μπροστά αναλογιζόμενος ένα μήνυμα που πήρα από την φίλη μου Μαρία, μια και παρατήρησε κάποιο αραίωμα των νέων αναρτήσεων στο blog το τελευταίο διάστημα. Της υποσχέθηκα όμως απαντώντας να γράψω «κατά παραγγελία» μια και η δημιουργία μπορεί να υφίσταται μέσα από εντολές επιθυμιών, αλλά και περιοριστικά χρονοδιαγράμματα υλοποίησης.
Θα εγκαινιάσουμε λοιπόν μια γραφή σε ετούτο το άρθρο που θα απευθύνεται στην καλή μου φίλη, αφήνοντας ορθάνοιχτο το παράθυρο της ανάγνωσης από τους υπόλοιπους που βρίσκονται στη σκιά της οθόνης τους και επιλέγουν το ξόδεμα του πολύτιμου χρόνου τους στην ανάγνωση ετούτου του δικτυακού τόπου.
Λοιπόν αγαπητή Μαρία, Θα σου φανεί περίεργο, αλλά το θέμα θα είναι ένα λευκό πουκάμισο. Για να το κάνω πιο συγκεκριμένο δεν είναι ένα οποιοδήποτε λευκό πουκάμισο αλλά ένα που παρατήρησα κρεμασμένο σε μια κόγχη κάπου τέσσερα μέτρα πάνω από το έδαφος, κρεμασμένο σαν παλιό κουφάρι και σχισμένο ως ράκος από το χρόνο.
Όμως ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή.
Κάπου στο κέντρο του Πειραιά υπήρχε ένα Νεοκλασικό κτίριο που το έβλεπα πριν μια εικοσαετία περίπου να στέκει εγκαταλελειμμένο, σε μια εποχή κατά την οποία μετέτρεπα τον φόβο για ζωή σε δράση για το μέλλον, χωρίς παρατήρηση του παρόντος μου. Με άλλα λόγια μιλώ για τις εποχές που ζούμε δραστήρια οι άνθρωποι μέσα από το μύθο που θέλει να υπηρετούμε το «αύριο» της σκέψης μας. Στην πραγματικότητα χάνουμε «κύκλους» ζωής και όμορφες συνυπάρξεις για να εξωραΐσουμε κάτι που ποτέ δεν έρχεται όπως το σχεδιάζουμε. Πέρασαν λοιπόν τα χρόνια και λειτούργησα τη ζωή μου ελευθερώνοντας τις σκέψεις για έλεγχο του μέλλοντος, δίνοντας παράλληλα την αγάπη μου σε ότι επιλογές έκανα στα τότε χρόνια της προσωπικής μου μαθητείας στη ζωή.
Πριν δύο εβδομάδες περίπου το αυτοκίνητο μου πέρασε από τα ίδια μέρη φέρνοντας στο μυαλό μου όμορφες αναμνήσεις μιας ζωής που φτιάχτηκαν από ένα ανήσυχο βλέμμα κάτω από μαύρα αφιλοσόφητα μαλλιά. Το πόδι μου σηκώθηκε απότομα από το πεντάλ του γκαζιού για να κόψει ταχύτητα στο αυτοκίνητο σαν παρατήρησα πως τα ντουβάρια του παλιού σπιτιού είχαν εξαφανιστεί και αντικατασταθεί από τις γνωστές λαμαρίνες περίφραξης των υπό οικοδόμηση χώρων. Το βλέμμα μου το τράβηξαν οι δύο τοίχοι στο βάθος του οικοπέδου που παρέμεναν ακόμα όρθιοι έχοντας μπροστά τους ένα άδειο χώρο από σπίτι.
Πάρκαρα πρόχειρα το αυτοκίνητο στο στενό που διάβαινα πιάνοντας χωρίς δεύτερη σκέψη την φωτογραφική μου μηχανή. Ένοιωσα πως ήταν βάρβαρη η θανάτωση ενός κτιρίου σαν αφήνουν τμήματα του σε μια κοινή θέα που κρατούν ακόμη προσωπικά στοιχεία της ζωής που πέρασε από τους χώρους του. Μεγαλύτερη εντύπωση μου προξένησε μια εσωτερική κόγχη του τοίχου που φιλοξενούσε ακόμη μέσα της δύο κρεμάστρες και ένα άσπρο πουκάμισο φαγωμένο από το χρόνο και εκτεθειμένο στις σκόνες που έχουν τα βλέμματα των περαστικών. Το ιδιωτικό της ζωής που φιλοξενούσε το σπίτι κάποτε, είχε γίνει πλέον ένα τίποτα σε μια κοινή θέα ανθρώπων που βλέπουν μόνο το «μέλλον» εξυπηρετώντας τον φόβο του παρόντος. Το χειρότερο που συνέβαινε μέσα από την διαπίστωση μου ήταν ότι ετούτο το ρακόμορφο πουκάμισο ήταν αθέατο στις ανάγκες των περαστικών.
Φορέθηκε από κάποιον που έζησε λύπες, χαρές, αμηχανίες και έκλεισε τη ζωή του αφήνοντας ένα μικρό αποτύπωμα προσεγμένο μέσα σε μια πέτρινη ντουλάπα για να περάσει ο ίδιος και το αποτύπωμα του στη λήθη μιας πολύβουης γειτονιάς που ζει στα απρόσωπα διαμερίσματα την δική της ανυπαρξία.
Θα μπορούσα να απαριθμήσω δεκάδες σκέψεις που ίσως ήταν καρφωμένες στα κεφάλια των περαστικών και έχουν να κάνουν με φοβικές πολιτικές εκτιμήσεις για το μέλλον τους, συγκεκριμένες δυσκολίες που προέρχονται από το βίωμα της ζωής τους, απωθημένα προσωπικά που σκληραίνουν το χαμόγελο, αλλά και έντονες επιθυμίες που δίνουν γεύση σε μια ζωή που καταναλώνεται ορίζοντας την επιθυμία του Εγώ τους σε «Είναι» της ύπαρξης τους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ζωή τους που μοιάζει σαν το κρεμασμένο πουκάμισο είναι αθέατη στα μάτια τους. Η ευκολία με την οποία οι άνθρωποι εξαφανίζουν την παρατήρηση βρίσκεται στο ότι δίνουν ουσιαστικά ονόματα και συγκριτικούς προσδιορισμούς για ότι υπάρχει γύρω τους θεωρώντας ότι δεν αφορά το «κάθε» παρατηρούμενο την δική τους υπέροχη ή κάποιες φορές δύσκολη ζωή. Η αντίληψη συμπεριφοράς μέσα από το «εγώ» και οι «άλλοι» κάνει αθέατη μια ολόκληρη ζωή που συμβαίνει γύρω μας σηκώνοντας πυκνούς ίσκιους φυλακής σε ένα στενό τοπίο μιας δράσης ανικανοποίητων αναγκών της καθημερινότητας.
Έτσι η πολιτική σκέψη γίνεται διαμαρτυρία στείρων επιθυμιών, οι σχέσεις των ανθρώπων γίνονται μέθοδοι επιβολής του ισχυρότερου φόβου, και ο έρωτας μετατρέπεται σε κατανάλωση της αυτοϊκανοποίησης μας.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η σκέψη δεν μπορεί να «δει» το κρεμασμένο πουκάμισο στα χαλάσματα γιατί φοβάται να δει κρεμασμένο στο τίποτα τον εαυτό του ο αφιονισμένος (από την απροσδιόριστη επιθυμία) παρατηρητής.
Ήθελα να ρωτήσω μερικούς περαστικούς δείχνοντας τους το κρεμασμένο πουκάμισο αν φαντάζονται το δικό τους που φοράνε σήμερα σε κάποια χρόνια που θα βρίσκεται… αλλά σεβόμενος τα όρια που μπορούν να σηκώσουν μέσα στην κατήφεια του βαδίσματος οι άνθρωποι, άφησα το χαμόγελο να γίνει σαρδόνιο κοιτώντας απλά το δικό μου λευκό πουκάμισο με το διακριτικό κέντημα στο μέρος της καρδιάς. Τι διαφορετικό πολιτικό λόγο θα είχαμε, πόσο αλλιώτικη κοινωνική συμπεριφορά θα επιλέγαμε και με ποιο τρόπο θα κοιτούσαμε στα μάτια το ερωτικό μας ποθούμενο σαν νοιώθαμε δικό μας κάθε τέτοιο παρατημένο στη λήθη πουκάμισο που πέρασε από τη ζέστη και την μυρωδιά κάποιου κορμιού προφανώς παρόμοιο με το δικό μας… Δυσανασχετούμε για όσα συμβαίνουν γύρω μας μπαίνοντας πιο βαθειά σε ένα φόβο προστασίας της αναπνοής μας λες και θα την κάνουμε να υπάρχει αιώνια κλείνοντας τα μάτια σε ότι συμβαίνει στους γύρω μας λέγοντας υποκριτικά και πάντα με υπολογισμό «Ευτυχώς δεν συνέβη σε εμένα».
Για να είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας, αυτή η σκέψη «σταυρώνει» στην συνήθεια του Πάσχα κάποιον άλλο που τον ονομάζουμε «Θεό» για να συνεχίσουμε εμείς να «τρώμε» τις επιθυμίες μας εξαγνιζόμενοι από την θυσία του άλλου χωρίς προσωπικό κόστος.
Θυμήθηκα τα λόγια του Λιαντίνη που δήλωνε πως η Φιλοσοφία είναι η μελέτη του Θανάτου μας, με μοναδικό στόχο να πάψουμε να τον φοβόμαστε και άρχισε εκείνο το ακίνητο στον απογευματινό ήλιο πουκάμισο να γίνεται ένα ιδιόμορφο φλάμπουρο μιας ζωής που την ξεχνάμε σε ντουλάπια για να την βρουν όσοι κατεδαφίζουν το παρελθόν για να φτιάξουν νέα ερμάρια που θα κρύψουν τις ζωές τους. Μαζί με το πουκάμισο ένοιωσα πως ήταν αθέατη και κάθε φιλοσοφική σκέψη μπροστά στις ανάγκες πόνου και ηδονισμού των ανθρώπων.
Μπήκα στο αυτοκίνητο και άφησα πίσω μου τον άνθρωπο από το παρελθόν που στεκόταν στο ανύπαρκτο πάτωμα και τοποθετούσε το ρούχο του μέσα στο ντουλαπάκι να χαθεί για πάντα στη λήθη του «νέου» που χτίζει τα επόμενα ερείπια μιας ζωής που απλά συμβαίνει χωρίς να έχει μέσα της ένα αξιοπρεπές ερώτημα του «Γιατί». Τέλος έφερα στην σκέψη μου πως η αλληλοεπίδραση των ανθρώπων μέσα στη ζωή γεννά πραγματικότητες που αξίζει να περιέχουν τα αληθινά μας κομμάτια μια και τούτο μόνο είναι ζωή…
Έτσι λοιπόν Μαρία, το κείμενο αυτό προέκυψε μέσα από την δική σου επιθυμία να προκαλέσεις τα δάκτυλα μου να χορέψουν στον υπολογιστή. Θα έλεγα ότι το κέντρο επιτυχίας της ζωής μας είναι να ζητάμε την αλήθεια μας πάντα στο φως της επικοινωνίας και τότε τα «Πάντα» μπορούν να συμβούν. Το πρόβλημα της αδυναμίας υλοποίησης των επιθυμιών μας ίσως βρίσκεται στο ότι η «Αλήθεια» δεν είναι κάτι έξω από εμάς και τους άλλους, παρά μας περιλαμβάνει όλους σε μια αρμονία και σαν δεν την βλέπουμε με αυτό τον τρόπο, απλά υπηρετούμε τα ζωτικά ψεύδη του «κτητικού» Εγώ μας, που συνήθως επί το λαϊκότερον «Τρώνε πόρτα» κάνοντας μας δυστυχισμένους και πάντα διαμαρτυρόμενους…
Εσύ αγαπητή Μαρία είχες γραφή που έκλεινε μέσα την «αγάπη» που ανοίγει πόρτες και δημιουργεί μικρές όμορφες ανθρώπινες στιγμές ακόμη και μέσα από κείμενα του διαδικτύου… Γιατί στην ουσία κανένας δεν κρύβεται πίσω από την οθόνη του μια και η ασφάλεια της σιωπής είναι ίδια με το αθέατο πουκάμισο της δικής μας ζωής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.